The Black Keys

Η δύναμη της απλότητας (περίπου) και μια πορεία από τα σκονισμένα υπόγεια στις μεγάλες αρένες και τα βραβεία

«A Buyer's Guide»: The Black Keys
Η περίεργη συγκυρία που ένωσε με δεσμούς φιλίας έναν αντικοινωνικό κι έναν παίκτη αμερικάνικου ποδοσφαίρου στο γυμνάσιο ίσως να μην επαναληφθεί και πότε. Πόσο μάλλον όταν ο αθλητής της υπόθεσης, εκτός της προσοχής των κοριτσιών, είχε και την «παραξενιά» να του αρέσουν τα παλιομοδίτικα blues. Όταν οι δυο τους συναντήθηκαν ξανά ήταν γραφτό να γίνουν από τους σημαιοφόρους της αναγέννησης του garage.

Ο λόγος φυσικά για τους The Black Keys που μετά την κυκλοφορία του "Brothers" και κυρίως του "El Camino" έχουν κατακτήσει την αναγνώριση που τους άξιζε. Κριτικοί τους έγραψαν διθυράμβους, τιμήθηκαν με βραβεία Grammy ενώ οι οπαδοί τους δεν περιορίζονται πλέον σε φίλους του garage και του indie αλλά ανήκουν σε ακροατήρια ευρύτερου φάσματος. Κάποιοι φυσικά τους γνώρισαν, μόλις, από τo riff του "Lonely Boy" και χόρεψαν ακόμα πιο αστεία από τον έγχρωμο κύριο του one-scene/camera video clip του.

Από το 2001 όμως, που θεωρείται και το έτος ίδρυσης τους μέχρι και σήμερα, οι Black Keys έχουν περπατήσει τον δύσκολο δρόμο της αναγνώρισης από το κοινό. Στην περιπλάνησή τους αυτή στις τοπικές σκηνές αναδείχτηκαν σε underground ήρωες του Ohio κι έναν χρόνο αργότερα κυκλοφορούν το πρώτο τους άλμπουμ, "The Big Come Up". Οι μεταξύ τους διαφωνίες δεν έλειψαν, όπως και οι δηλώσεις διάλυσης - επανένωσης, τα οικογενειακά δράματα, οι συνεργασίες, τα side projects και φυσικά οι προστριβές με άλλους μουσικούς επίσης κορυφαίους στο είδος (λέγε με Jack White).

Η μουσική ιστορία τους δεν μετράει τα χρόνια των μεγαθηρίων του rock, αλλά κάνουν ότι μπορούν για να περιέχει όλα τα υπόλοιπα. Στην μόλις μία (και κάτι) δεκαετία που έχουν συμπληρώσει στο προσκήνιο δεν σταματούν να κάνουν την παρουσία τους όλο και πιο έντονη, και κυρίως πιο ευχάριστη για τα αυτιά μας. Εκεί που οι άλλοι ιδρώνουν και κοπιάζουν, γι' αυτούς συνήθως χρειάζεται ένα σετ drums και μια κιθάρα. Μέχρι που μπήκε ο Danger Mouse στο στούντιο για να δώσει μια επιπλέον ώθηση στη μουσική τους. Η δύναμη της απλότητας (περίπου) σε έναν οδηγό αγοράς που περιγράφει ταυτόχρονα την πορεία τους από τα σκονισμένα υπόγεια στις μεγάλες αρένες.

Masterpieces
The Black Keys - Attack & Release Attack & Release
Nonesuch (1/4/2008)

Πρώτη φορά σε επαγγελματικό στούντιο, πρώτη φορά με επαγγελματία παραγωγό και σίγουρα η πρώτη φορά που αφήνουν πίσω τα «γυμνά» garage blues. Η συνεργασία με τον Ike Turner δεν ευδοκιμεί και ο Danger Mouse (Gnarls Barkley) καλείται για να δώσει το διαφορετικό στοιχείο -όγκο, διάσταση και hype- που θα οδηγήσει το συγκρότημα σε ευρύτερη δημοφιλία.  Το αποτέλεσμα δεν έχει ξεπεραστεί ακόμη μιας και ούτε στο λιγότερο ηλεκτροφόρο "Brothers", ούτε στο πρόσφατο, φτιαγμένο για μεγάλες αρένες, "El Camino" έχει λειτουργήσει τόσο υπέροχα η σύμπραξη παραγωγού και μουσικών. Το μπόλιασμα του ήχου της μπάντας με τις country και bluegrass επιρροές του κιθαρίστα Auerbach και τις jazz πινελιές των Ralph Carney (θείου του ντράμερ Patrick και συνεργάτη του Tom Waits) και Marc Ribot (Elvis Costello, Tom Waits) είναι ονειρικό και δεν έχει αποτυπωθεί ποτέ ζωντανά μιας και η μπάντα συνεχίζει να είναι «καθαρή» και «τίμια» εκτός στούντιο.

Αντώνης Μουστάκας
The Black Keys - El Camino El Camino
Nonesuch (6/12/2011)

Στο "El Camino", την τελευταία χρονικά και πιο συμπαγή δουλεία του συγκροτήματος, οι παλαιότεροι οπαδοί του συγκροτήματος βρήκαν ξανά κάποια από τα στοιχεία που είχαν λείψει από τα προηγούμενα άλμπουμ. Από την άλλη, η πιο groovy και soul αισθητική, η πλουσιότερη παραγωγή με τα περισσότερα όργανα, τα δευτέρα φωνητικά και την παρουσία του Danger Mouse πίσω από την κονσόλα ήταν αρκετά για να αντιμετωπίσουν την πρόκληση που προκάλεσε η θέση τους ως το μεγαλύτερο ενεργό garage rock συγκρότημα. Ίσως κάποιοι «νοσταλγοί» ισχυριστούν ότι με το άλμπουμ αυτό ξέφυγαν της αρχικής τους πορείας, έγιναν πιο pop με σκοπό να ανοίξουν το εύρος του ακροατηρίου τους και θεώρησαν υπερβολική για τα δεδομένα των Black Keys, την άποψη του παραγωγού για τον ήχο τους. Η απάντηση έρχεται από την μουσική αυτή καθεαυτή. Από το εναρκτήριο και γεμάτο ενέργεια "Lonely Boy", όλα τα κομμάτια που ακολουθούν κυλούν σε έναν έξυπνο groovy ρυθμό που δεν λέει να σταματήσει. Τα "Gold On The Ceiling", "Dead And Gone" και "Money Maker" λειτουργούν καταιγιστικά για τον ακροατή, ενώ το "Little Black Submarines" κρατά την ισορροπία και να κρύβει μέσα του στοιχεία από όλη την μουσική τους πορεία.

Εριφύλη Παναγούλια
 
Cornerstones
The Black Keys - Rubber Factory Rubber Factory
Fat Possum (7/9/2004)

Το Akron του Ohio είναι η πρωτεύουσα των ελαστικών της Αμερικής και σε ένα τέτοιο πρώην εργοστάσιο ηχογραφήθηκε το τρίτο (και πρώτο επιτυχημένο εμπορικά) άλμπουμ των Black Keys. To "Rubber Factory" σηματοδοτεί την αρχή του τέλους της ανεξάρτητης αθωότητας του συγκροτήματος  όντας όμως ένας εξαιρετικός δίσκος, γεμάτος από καλά τραγούδια και κάποιες εξαιρετικές διασκευές. Από αυτά ξεχωρίζουν το "10 A.M. Automatic" με τα καταπληκτικά drums του Carney, το ρυθμικό "Just Couldn't Tie Me Down" και η οργισμένη απόδοση στο "Grown So Ugly" του Robert Pete Williams. Κάποιοι ευελπιστούμε να τους ξανακούσουμε σε ηχογραφήσεις με τον ενισχυτή στο 11.

Γιάννης Χυτήρογλου
The Black Keys - Brothers Brothers
Nonesuch (18/5/2010)

Το "Brothers" αποτελεί την δεύτερη απόπειρα των The Black Keys να βάλουν λίγο φως στο υπόγειο που είχαν κλειστεί κοιτώντας από τις χαραμάδες τον δρόμο της επιτυχίας. Ήταν η χρονική στιγμή που αποφάσισαν να αφήσουν στην άκρη τις μεταξύ τους προστριβές και τα side project, να δουν ακόμα πιο σοβαρά την μπάντα που τους ένωσε και να χρησιμοποιήσουν τα bare-bone-blues τους, ως επιρροή, προχωρώντας τον ήχο τους πολλά βήματα παραπέρα. Σε αυτό βοηθός τους στάθηκε ο Danger Mouse που καθάρισε τον ήχο τους, και τον εμπλούτισε. Το άλμπουμ αποτελεί το σημείο σύνδεσης μεταξύ του σπουδαίου "El Camino" και της υπόλοιπης δισκογραφίας τους, ενώνοντας τον παλιό τους εαυτό με τον νέο και δίνοντας μια χαλαρότερη χροιά από την εργοστασιακή του "Rubber Factory" και πιο φωτεινή από αυτή του "Attack & Release". Μεγαλύτερο σε διάρκεια αλλά εξίσου συμπαγές με τις προηγούμενες δουλειές τους, περιείχε τόση έμπνευση που οι οπαδοί τους φοβήθηκαν ότι αποτελεί το άλμπουμ που θα τους κάνει να στερέψουν από riff. Αντιθέτως, το άλμπουμ βοήθησε τους ακροατές να ορίσουν ξανά τον λόγο ύπαρξης του συγκροτήματος.

Εριφύλη Παναγούλια
 
Worth Exploring
The Black Keys - The Big Come Up The Big Come Up
Alive (14/5/2002)

Ο πρώτος δίσκος των Black Keys υπήρξε πράγματι «εύρημα» αλλά για μια πολύ μικρή μερίδα μουσικόφιλων. Η χαμηλής ποιότητας ηχογράφηση στο υπόγειο του Dan Αuerbach λειτουργεί ως ένα βαθμό αποτρεπτικά για τον ακροατή ο οποίος αν την προσπεράσει θα αντιληφθεί τα όμορφα στοιχεία που θα αποθεώσει σε επόμενα άλμπουμ. Οι hip hop επιρροές βρίσκονται  ναι μεν εδώ αλλά ουσιαστικά αυτό που ακούμε κυρίως είναι το blues rock όπως αυτό παιζόταν από τον Jimi Hendrix -με χειρότερα μέσα ηχογράφησης (αργότερα τα μέσα βελτιώθηκαν αλλά o Hendrix παρέμεινε- ακούστε π.χ. το "Set You Free" από το επόμενο άλμπουμ). Με κόστος μόλις χίλια δολάρια αυτό το «μουντό» ξεκίνημα οδήγησε στην πρώτη συναυλία του σχήματος την οποία παρακολούθησε ένα κοινό το οποίο ήταν διπλάσιο από ...τα μέλη του συγκροτήματος. Προς τιμήν τους δεν έχουν αλλάξει στάση όσον αφορά την ενέργεια και την απλότητα στις ζωντανές τους εμφανίσεις ακόμα και σήμερα (η μαεστρία του Danger Mouse έχει παραμείνει προς το παρόν μόνο στο στούντιο) παρόλη την μεγάλη τους επιμονή στο κυνήγι της επιτυχίας.

Αντώνης Μουστάκας
The Black Keys - Thickfreakness Thickfreakness
Fat Possum (8/4/2003)

Δεν χρειάστηκε περισσότερο από 14 ώρες ηχογραφήσεων για τους Black Keys ώστε να αποδείξουν ότι το πολύ αξιόλογο πρώτο τους άλμπουμ δεν ήταν πυροτέχνημα. H εποχή των βραβεύσεων και της παγκόσμιας καταξίωσης δεν έχει έρθει ακόμα, αλλά το συγκρότημα αποκτά σιγά-σιγά μεγαλύτερη αναγνωρισιμότητα. Οι κριτικές υπήρξαν αποθεωτικές αν και δεν έλειψαν οι συγκρίσεις με τους White Stripes οι οποίοι βρίσκονταν στο εμπορικό ζενίθ της καριέρας τους. Αριστούργημα; Ακρογωνιαίος λίθος; Το μόνο σίγουρο είναι ότι το "Thickfreakness" είναι ένας δίσκος που όσοι έχουν ασχοληθεί έστω και λίγο με τους Black Keys οφείλουν να ακούσουν τόσο για ορισμένα από τα κορυφαία κομμάτια που έχουν συνθέσει ("Hard Row", "Set You Free", "Midnight In Your Eyes") όσο για τις διασκευές στα "Have Love, Will Travel" του Richard Berry και "Everywhere I Go" του  Junior Kimbrough.

Γιάννης Βόλκας
The Black Keys - Magic Potion Magic Potion
Nonesuch (12/9/2006)

Η συνεπέστατη δισκογραφική παρουσία και η σταθερή εξέλιξη των Black Keys τους οδηγεί το 2006 στο τέταρτο album τους. Η φρέσκια συνεργασία τους με την Nonesuch Records τους φέρνει πίσω στην αφετηρία, εκεί που ξεκίνησαν τα πάντα, στο υπόγειο του drummer Patrick Carney με σκοπό την δημιουργία ενός ιδιαίτερου και αυθεντικού ήχου. Το αποτέλεσμα της κίνησης αυτής ήταν ένας δίσκος συμπαγής με ωμό και ακατέργαστο μουσικό ύφος παρόμοιο με το παρελθόν τους αλλά ταυτόχρονα περιέχει τα βασικά στοιχεία που προφητεύουν το μέλλον του συγκροτήματος. Μετά το "Chulahoma: The Songs Of Junior Kimbrough" το ντουέτο αφήνει στην άκρη προσωρινά τις διασκευές και αφοσιώνεται αποκλειστικά στις δικές του συνθέσεις. Το "Magic Potion", αν και υστερεί συγκριτικά με τα δυο προηγούμενα studio άλμπουμ τους, δείχνει ξεκάθαρα το ευοίωνο μέλλον των Black Keys.

Γιάννης Βόλκας
 
Nerd Alert
The Black Keys - Blakroc Blakroc
V2 (27/112009)

Οι Black Keys ποτέ δεν έκρυψαν την αγάπη τους για το hip hop. Για το σχήμα των Blacroc μαζεύουν μια ομάδα από allstar MCs λειτουργώντας οι ίδιοι ως live backing band. Ακούγεται καταπληκτικό αλλά δυστυχώς δε λειτουργεί πάντα. Οι καλύτερες στιγμές του δίσκου είναι αυτές που συμμετέχει στα φωνητικά και ο Auerbach και οι MCs ασχολούνται περισσότερο με την ενορχήστρωση, όπως στο "Dollaz And Sense" ή στο "What You Do To Me" που ο Dan «συνομιλεί» με τη Nicole Wray. Σε άλλες περιπτώσεις το αποτέλεσμα δείχνει κάπως πρόχειρο. Γενικά ως πείραμα δεν κρίνεται αποτυχημένο, τουναντίον, την καλύτερη όμως στιγμή τους μας τη φύλαγαν για το soundtrack του "The Man With The Iron Fists" και το "The Baddest Man Alive" με τον RZA.

Γιάννης Χυτήρογλου
 
Keep Away
The Black Keys - Chulahoma: The Songs Of Junior Kimbrough Chulahoma: The Songs Of Junior Kimbrough
Fat Possum (2/5/2006)

Αξίωμα: Δεν υπάρχει κακός δίσκος των Black Keys, ίσως ούτε καν μέτριος. Υπάρχει όμως κάποιος που λειτουργεί περισσότερο ως φόρος τιμής στον πνευματικό πατέρα του Dan Αuerbach παρά απευθύνεται σε εμάς. Το "Chulahoma" λοιπόν, όπου και το στέκι στο Mississippi του σπουδαίου bluesman Junior Kimbrough, κυκλοφόρησε λίγο πριν το "Magic Potion" και περιλαμβάνει διασκευές στα αγαπημένα κομμάτια του Auerbach, από τα οποία ξεχωρίζει μάλλον εύκολα το "Meet Me In The City". Το πρόβλημα του είναι ότι ίσως παρουσιάζεται υπερβολικά soft με μια «γλυκιά παραγωγή» που έρχεται σε αντίθεση με τον σαφώς πιο ακατέργαστο ήχο του Kimbrough. Το EP κυλάει εύκολα (ευκολότερα με ένα ποτό) αλλά λείπουν εκείνες οι αιχμηρές πλευρές που μας θυμίζουν ποια είναι τα blues.

Γιάννης Χυτήρογλου
 
Live
The Black Keys - Live Live
Fat Possum (4/10/2005)

Η επιτυχία έχει αρχίσει να φαίνεται στον ορίζοντα μετά την κυκλοφορία του "Rubber Factory" και στο "Live" μπορούμε να απολαύουμε τους Black Keys μπροστά στο αυστραλιανό κοινό. Πρόκειται για την καλύτερη ζωντανή εμφάνισή τους που έχει κυκλοφορήσει επίσημα και κερδίζει τα υπόλοιπα δύο video άλμπουμ τους (δεν έχουν κυκλοφορήσει ακόμη ζωντανή audio δουλειά) στα εξής σημεία: Έχει πληρέστερο set list από το "Thickfreakness In Austin" του 2004, ενώ σε σχέση με το "Live At The Crystal Ballroom" του 2008 υπερτερεί στο ότι ο τρόπος που γενικώς επιλέγουν να αποδίδουν live τα τραγούδια τους είναι πολύ πιο ταιριαστός με τις συνθέσεις των τριών πρώτων άλμπουμ παρά με τις επιλογές από το "Attack & Release". Το συγκρότημα δεν πλησιάζει σε καμία περίπτωση την τελειότητα στην απόδοση αλλά η ενέργεια και το πάθος τους καλύπτουν τις όποιες αδυναμίες, ακόμα και τη σκηνοθεσία που είναι κάτω του μετρίου.

Αντώνης Μουστάκας


A Compilation
H μικρή ως επί των πλείστων διάρκεια των τραγουδιών του συγκροτήματος μας δίνει τη δυνατότητα να γεμίσουμε το 80-λεπτο CD μας με 23 επιλογές και μας κάνει τη ζωή μας λίγο πιο εύκολη. Φυσικά, εύκολα θα βρίσκαμε αρκετά περισσότερα (δείτε τις αναφορές παραπάνω) αλλά όπως και με τον αριθμό των άλμπουμ πρέπει να είμαστε σκληροί.

Ακούγεται δυνατά (στο 11).

1. The Breaks (The Big Come Up)  
2. Heavy Soul (The Big Come Up)
3. Hard Row (Thickfreakness)
4. Have Love Will Travel (Thickfreakness)
5. Set You Free (Thickfreakness)
6. 10 A.M. Automatic (Rubber Factory)
7. Just Couldn't Tie Me Down (Rubber Factory)
8. Just Got to Be (Magic Potion)
9. Your Touch (Magic Potion)
10. I Got Mine (Attack & Release)
11. Strange Times (Attack & Release)
12. Lies (Attack & Release)
13. Remember When (Side Β) (Attack & Release)
14. Things Ain't Like They Used to Be (Attack & Release)
15. Dollaz & Sense (Blacroc)
16. Tighten Up (Brothers)
17. Howlin' for You (Brothers)
18. The Only One (Brothers)
19. Lonely Boy (El Camino)
20. Dead and Gone (El Camino)
21. Gold on the Ceiling (El Caminο)
22. Little Black Submarines (El Camino)
23. The Baddest Man Alive (The Man With The Iron Fists OST) 
 
 Από τους , , , Γιάννη Χυτήρογλου
 
 http://www.rocking.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις