Friedrich Nietzsche
Η Θεωρία του σκοπού της Ζωής
Πάντα
βρίσκω όλους τούς ανθρώπους, όπως κι αν τούς κοιτάζω, με καλοσύνη ή
κακία, να φροντίζουν για ένα πράγμα: πώς να εξυπηρετήσουν τη συντήρηση
του είδους. Και φροντίζουν γι’ αυτό, όχι από αγάπη για το είδος, άλλα
γιατί δεν υπάρχει μέσα τους τίποτα παλιότερο, δυνατότερο, ανέλεγκτο και
πιο ακατανόητο από αυτό το ένστικτο, γιατί είναι αλήθεια πώς το
ένστικτο αυτό είναι στην κυριολεξία ή ουσία του είδους μας, η ουσία του
κοπαδιού μας.
Παρ όλο πού τα καταφέρνουμε αρκετά γρήγορα μπορώ να πω με τη συνηθισμένη φυσικά μυωπία μας, να ξεχωρίζουμε από απόσταση πέντε βημάτων τούς όμοιους μας σε χρήσιμους και σε άχρηστους, σε καλούς και σε κακούς ανθρώπους, ωστόσο αν καθίσουμε και τα βάλουμε κάτω και κάνουμε έναν απολογισμό και σκεφτούμε το γενικό σύνολο αυτού του ξεχωρίσματος, καταλήγουμε σέ μια φοβερή δυσπιστία.
Δεν μας ικανοποιεί το ξεχώρισμα, δεν είμαστε σίγουροι και στο τέλος τα παρατάμε. Στο κάτω – κάτω τής γραφής, ίσως ο πιο άχρηστος, ο πιο βλαβερός άνθρωπος να είναι ό πιο χρήσιμος για τη συντήρηση του είδους.
Γιατί o άνθρωπος αυτός — ο βλαβερός— συντηρεί στον εαυτό του ή στους άλλους ανθρώπους διάφορα ένστικτα πού χωρίς αυτά ή ανθρωπότητα θα είχε εδώ και πολύ καιρό αποχαυνωθεί και διαφθαρεί. H ανεξάντλητη δίψα του αρπάγματος και τής κυριαρχίας, η ηδονή τής καταστροφής, το μίσος και, γενικά με άλλα πιο άπλα λόγια, εκείνο το κάθε τι πού ονομάζουμε και θεωρούμε συγχρόνως κακό, κατά βάθος δεν είναι τίποτα’ άλλο παρά ένα από τα στοιχεία τής καταπληκτικής οικονομίας τής συντήρησης τού είδους, βέβαια στο σύνολό της αρκετά ακριβή και σπάταλη οικονομία, εξαιρετικά ανόητη, αλλά πού αποδεδειγμένα διατήρησε μέχρι τώρα τη φυλή μας.
Δεν μπορώ να γνωρίζω, αγαπητέ μου ομόγονε και πλησίον, αν θα μπορούσες να ζήσεις ακόμα σε βάρος τού είδους μας, να ζήσεις «παράλογα», να ζήσεις «κακά» ότι θα μπορούσε να κάνει κακό στο είδος ίσως έχει πεθάνει μέσα μας πριν από χιλιάδες χρόνια’ και ίσως να είναι ένα από ’κείνα τα πράγματα πού τώρα πια ούτε ο ίδιος ο θεός δεν μπορεί να τα επηρεάσει. Ακολούθησε τις πιο καλές ή τις πιο άσχημες, τις πιο χειρότερες κλίσεις σου, και, πάν’ απ’ όλα, τράβα στο χαμό σου.
Και στις δυο περιπτώσεις, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, θα διευκολύνεις την πρόοδο τής ανθρωπότητας, και θα είσαι και ευεργέτης της μάλιστα, και θα έχεις το δικαίωμα να σέ εξυμνήσουν… όπως ακριβώς και να σε χλευάσουν ! ’Αλλά ποτέ, ποτέ δεν θα συναντήσεις εκείνον πού θα καταφέρει να σε χλευάσει, εσένα προσωπικά, το άτομο ολόκληρο, ακόμα και σέ ότι καλλίτερο έχεις, ποτέ δεν θα βρεις εκείνον πού θα κατορθώσει να σε αναπαραστήσει με τόση δύναμη ώστε να πλησιάσει την αλήθεια, καημένη μύγα, καημένε βάτραχε. ’Ακόμα και οι πιο καλοί δεν είχαν μέχρι τώρα αρκετό πάθος για το αληθινό ούτε οι πιο προικισμένοι αρκετή μεγαλοφυΐα για να γελάσουν με τούς εαυτούς τους όπως θα έπρεπε να κάνουν και όπως ακριβώς θα έκανε ή ολοκληρωμένη αλήθεια.
Μπορεί όμως να υπάρχει και κάποιο μέλλον! θα γίνει κι’ αυτό όταν τ ο αξίωμα «το πάν είναι το είδος, το άτομο δεν είναι* τίποτα» θα ποτίσει ως το μεδούλι της την ανθρωπότητα, και όταν ο κάθε άνθρωπος θα μπορεί να πλησιάσει ελεύθερα αυτή την υ π έ ρ τ α τ η απελευθέρωση, αυτή την υπέρτατη ανευθυνότητα. Και τότε, ίσως, να συνδεθεί το γέλιο με τη σοφία, και τότε να υπάρξει μια «χαρούμενη γνώση». Στο μεταξύ όμως, τα πράγματα εξελίσσονται τελείως διαφορετικά. H κωμωδία τής ύπαρξης δεν απόκτησε ακόμα «αυτοσυνειδησία», βρισκόμαστε στον αιώνα της τραγωδίας, στον αιώνα των ηθικών και των θρησκειών.
Αλήθεια, αναρωτήθηκε ποτέ κανείς τί να σημαίνει αυτό το καινούριο κάθε φορά κύμα από τούς ιδρυτές ηθικών και λατρειών, από τούς παρακινητές των μαχών πού δίνονται για να θριαμβεύσει η μια ή η άλλη ηθική αξία; Ποια είναι άραγε ή σημασία αυτών των ηρώων πάνω σέ τέτοιες σκηνές;
Η απάντηση βγαίνει μόνη της. Αυτά ήταν μέχρι τώρα οι ήρωές μας, και τα υπόλοιπα, πού πολλές φορές ήταν πάρα πολύ κοντά μας, εκείνα πού βλέπαμε από τη σκηνή, είτε ήταν παρασκήνια, μηχανές, καμαριέρηδες, μυστικοσύμβουλοι, όλα αυτά δεν κάνανε τίποτα* άλλο παρά να προπαρασκευάζουν τούς ρόλους μας. Αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα για να με καταλάβετε: Οι ποιητές πάντα, μα πάντα, ήταν οι καμαριέρηδες κάποιας ηθικής… Γίνεται κατανοητό πώς και αυτοί οι τραγικοί δουλεύουν για το καλό, για το συμφέρον του είδους, παρόλο πού φαντάζονται ίσως πώς δουλεύουν για το συμφέρον του θεού, και μπορεί να θεωρούν ακόμη τούς εαυτούς τους αποσταλμένους από τον ίδιο το θεό. Και αυτοί λοιπόν ευνοούν —προσφέρουν κάτι το καλό,— τη ζωή τού είδους, με το να ευνοούν και να ενισχύουν την πίστη στη ζωή.
Λένε πώς, «τη ζωή αξίζει να την ζει κανείς η ζωή είναι κάτι το πολύ σημαντικό, και κάτι υπάρχει πίσω της» προσέξτε, “πίσω από τη φαινομενικότητα τής ζωής κρύβεται κάποιο αντικείμενο», η αυτοσυντήρηση, το ένστικτο αυτό πού βασιλεύει ίδια και στους ανώτερους και στους πιο χυδαίους ανθρώπους, διαφαίνεται κάπου – κάπου κάτω από την επίφαση του διανοητικού πάθους ή τής λογικής και τότε, σέρνει πίσω του μια ολόκληρη κομπανία από σπινθηροβόλα λόγια και προσπαθεί να μας κάνει να λησμονήσουμε πώς στο βάθος δεν είναι άλλα παρά μόνο ένστικτο, κλίση, τρέλα.
Πρέπει να αγαπάμε τη ζωή. Γιατί… !
Ο άνθρωπος ΟΦΕΙΛΕΙ να δουλεύει για τη ζωή του και για τη ζωή των όμοιων του ΓΙΑΤΙ. .. ! Κι άπειρα, ατελείωτα άλλα «ΠΡΕΠΕΙ», «ΟΦΕΙΛΕΙ» κι άλλα χθεσινά, σημερινά ή αυριανά «ΔΙΟΤΙ» !
Και κείνο πού συμβαίνει αναγκαστικά πάντα, εκείνο πού γίνεται από μόνο του και χωρίς κανένα σκοπό, για να φαίνεται από δω και πέρα πώς αποβλέπει σ ένα σκοπό και για να φαίνεται στον άνθρωπο λόγος και υπέρτατος νόμος, γι’ αυτό ανεβαίνει ό ηθικοδιδάσκαλος στην καθηγητική του έδρα, την έδρα του «σκοπού της ζωής»* γι’ αυτό αυτό σκέφτεται μια άλλη καινούρια ζωή, μια δεύτερη ζωή, και κρατώντας την καινούρια του μηχανή βγάζει από τις παλιές και τόσο χυδαίες στρόφιγγες της — την παλιά και τόσο χυδαία ύπαρξή μας.
Δεν θέλει ο ηθικοδιδάσκαλος να γελούμε για τη ζωή, ούτε για τον εαυτό μας, άλλα ούτε και γι’ αυτόν! Γι’ αυτόν και τη θεωρία του, ένα ον είναι πάντα ΕΝΑ, κάτι το πρώτο, το φοβερό, το τελευταίο’ για τον ηθικοδιδάσκαλο δεν υπάρχει ούτε είδος, ούτε ποσό, ούτε μηδενικό. Όσο αλλόκοτες, όσο τρελές κι αν είναι οι σκέψεις του και οι αξιολογήσεις του, όση παραγνώριση κι αν δείχνει για την πορεία τής φύσης, όσο κι αν παραβιάζει τις φυσικές συνθήκες, και ήταν ως τώρα όλες οι ηθικές τόσο τρελές, τόσο αντιφυσικές, ώστε ακόμα και πιο μικρές θα μπορούσαν να καταστρέψουν ολόκληρη την ανθρωπότητα, αν την είχαν διαποτίσει, κάθε φορά πού παρουσιαζόταν ό «ήρωας» πάνω στη σκηνή, είχαν κάτι το καινούριο, το εκ διαμέτρου αντίθετο του γέλιου, να είχαν τη βαθιά συγκίνηση του κάθε ατόμου σέ τούτη τη μοναδική σκέψη:
«Ναι, η ζωή αξίζει να τη ζει κανείς! Ναι, είμαι άξιος να ζήσω!».
Δεν μπορούμε να μη παραδεχτούμε πώς με το πέρασμα του χρόνου το γέλιο, η φύση, η ορθοφροσύνη δεν νίκησαν αυτούς τούς τρανούς προφέσορες του σκοπού: η τραγωδία πάντα στο τέλος ξαναγύριζε στην αιώνια κωμωδία τής ζωής, και, —για να πούμε σαν τον Αισχύλο— «η θάλασσα με το αμέτρητο χαμόγελο» στο τέλος μοιραία θα σκεπάσει και τον πιο τρανό απ’ όλους αυτούς τούς τραγικούς. Τελικά όμως, —παρ’ όλο αυτό το γέλιο της—, η ανθρώπινη φύση άλλαξε με το ασταμάτητο ξαναγύρισμα αυτών των καθηγητών τού σκοπού τής ζωής, έχει τώρα άλλη μια παραπάνω ανάγκη, και αυτή ή ανάγκη είναι ακριβώς να βλέπει να ξαναγυρίζουν ασταμάτητα αυτοί οι καθηγητές και να διδάσκουν τα μαθήματά τους.
Σιγά – σιγά ο άνθρωπος έγινε ένα χιμαιρικό ον πού ή ζωή του έχει κάτι παραπάνω από τη ζωή των άλλων ζώων. Ο άνθρωπος ΠΡΕΠΕΙ να φαντάζεται κάπου-κάπου και να διερωτάται ΓΙΑΤΙ υπάρχει’ δεν μπορεί να προκόψει το είδος του χωρίς κάποια περιοδική εμπιστοσύνη στη ζωή, χωρίς να πιστεύει ότι υπάρχει ο λόγος στη ζωή!
Και δεν θα σταματήσει ποτέ το ανθρώπινο είδος να κηρύσσει: «Κάτι υπάρχει, κάτι πού δεν έχουμε πιά κανένα απολύτως δικαίωμα να το περιγελούμε, να το κοροϊδεύουμε». Και θα προσθέσει ο πιο προνοητικός φιλάνθρωπος: «Δεν είναι μόνο μέρος των μέσων και των αναγκών για τη συντήρηση του είδους, το γέλιο και η χαρούμενη σοφία: μέρος τους είναι και το τραγικό, με τον υπέροχο παραλογισμό του!»…
Συνεπώς! Συνεπώς! Συνεπώς!
Ώ αδέρφια μου, με καταλαβαίνετε; Αντιλαμβάνεστε τον καινούριο αυτό νόμο της άμπωτης και τής παλίρροιας;
Και σε μας, θα έρθει ή ώρα μας!
************************
Friedrich Nietzsche – Η Θεωρία του σκοπού της Ζωής
Αντικλείδι , http://antikleidi.com
https://anhsyxia.wordpress.com/
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου