Η ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ



Δέσμιοι της απλοποίησης και της πολυπλοκοποίησης
Η θεωρία του χάους  μας λέει ότι ακριβώς την εποχή που η ζωή μοιάζει ιδιαίτερα πολύπλοκη, από τη στροφή ετοιμάζεται να κάνει την εμφάνισή της η απλή τάξη. Κι όταν τα πράγματα μοιάζουν απλά, πρέπει  να είμαστε έτοιμοι να υποδεχτούμε τις κρυμμένες λεπτές διαφορές και την περιπλοκότητα.

Αν το πολύπλοκο μπορεί να γίνει  απλό, και αντίστροφα, μήπως αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει αντικειμενικός καθορισμός της πολυπλοκότητας; Μήπως η απλότητα και η πολυπλοκότητα είναι απόλυτα υποκειμενικές έννοιες;
Η απάντηση της θεωρίας του χάους είναι πως η απλότητα και η πολυπλοκότητα δεν εμπεριέχονται τόσο στα πράγματα καθαυτά, αλλά στον τρόπο με τον οποίο τα πράγματα επιδρούν το ένα στο άλλο και εμείς, με τη σειρά μας, αλληλεπιδρούμε με αυτά. Ο Βρετανός ζωγράφος Πάτρικ Χίρον γράφει:
«Η πραγματικά “αντικειμενική” όψη των πραγμάτων δεν υπάρχει -ή μάλλον υπάρχει ως δεδομένο που στην ουσία είναι άπειρο στην πολυπλοκότητά του και στις λεπτές διακρίσεις του. Αυτό που σίγουρα ξεχειλίζει πάνω στον αμφιβληστροειδή είναι ένα άμορφο χάος οπτικών ερεθισμάτων, στα οποία το ανθρώπινο μάτι μαθαίνει να διακρίνει μια επιθυμητή τάξη ή κάποιου είδους τάξη».
Ίσως θα ήταν καλύτερα, αντί να πούμε ότι το μάτι «διακρίνει» μια επιθυμητή τάξη, να λέγαμε ότι το μάτι και το μυαλό, στις σταθερές τους κινήσεις, αλληλεπιδρούν με τις ενέργειες και μεταβολές του κόσμου, κάνοντας αφαιρέσεις ή «μεγαλοποιώντας» σημαντικά χαρακτηριστικά. Αυτά τα χαρακτηριστικά ορίζουν τον τρόπο που βλέπουμε.
Οι πιθανές μας αλληλεπιδράσεις με τον κόσμο είναι τόσο τρομερά πολύπλοκες, ώστε το μυαλό μας έχει δημιουργήσει πολλές στρατηγικές αφαίρεσης και απλοποίησης. Οι στρατηγικές αυτές αλλάζουν με τον καιρό.
Στις μέρες μας, για παράδειγμα, χρησιμοποιούμε όλο και περισσότερο την ψηφιακή στρατηγική. Σε πολλά σημεία της σύγχρονης τεχνολογικής μας κοινωνίας, ένα αντικείμενο που δεν μπορεί να μετατραπεί σε ψηφιακό, δεν θεωρείται αντικείμενο.
Ορισμένοι εκπαιδευτικοί έχουν προειδοποιήσει πως θα πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στη χρήση των υπολογιστών και να μη στηριζόμαστε απόλυτα σε αυτούς, γιατί, μολονότι μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε ευρύτερα τον κόσμο, μας οδηγούν στο να αγνοούμε πολλές διαστάσεις της πραγματικότητας οι οποίες δεν μπορούν να δοθούν ως στοιχεία στους υπολογιστές. Αν και η ψηφιακή πραγματικότητα μπορεί να φαίνεται πολύπλοκη, στην ουσία αποτελεί μια σημαντική απλοποίηση του πραγματικού κόσμου.
Όμοια και η επιστήμη, στην επιθυμία της να κατανοήσει τη φύση, έχει υιοθετήσει τακτικές που αντικειμενοποιούν και μοιράζουν την πραγματικότητα σε κομμάτια, τα οποία μπορούν εύκολα να μελετηθούν. Χρησιμοποιώντας τα Μαθηματικά ως φίλτρο, η επιστήμη δίνει μια αφαιρετική και απλοποιημένη εικόνα της φύσης. Ουσιαστικά, μόνο με αυτή τη μέθοδο μπορεί να εφαρμοστεί η επιστήμη.
Η προσέγγιση αυτή οδήγησε στην ουράνια μηχανική του Νεύτωνα, τη μοριακή βιολογία, τη χημεία των συνθετικών υλικών, τη σχετικότητα, την κβαντική θεωρία και τώρα τη θεωρία του χάους. Αλλά η χρησιμοποίηση των Μαθηματικών ως αφαιρετικού εργαλείου σημαίνει ότι η επιστήμη μπορεί να ασχοληθεί μόνο με ό,τι είναι ποσοτικοποιήσιμο, αριθμήσιμο και μετρήσιμο. Έτσι, η επιστήμη προοδεύει σε βάρος των φυσικών ποιοτήτων και των μη μετρήσιμων αξιών. Και αυτό προσδίδει στην επιστήμη μια εγγενή τάση προς τη διάσπαση και την υπεραπλούστευση.


Για να δώσει έμφαση στο σημείο αυτό, ο βιολόγος, γιατρός και «παρατηρητής της βιολογίας» Λιούις Τόμας ειρωνευόμενος προτείνει στους επιστημονικούς ερευνητές να ασχοληθούν αποκλειστικά και μόνο με την προσπάθεια απόλυτης κατανόησης ενός και μόνο οργανισμού -ενός πρωτόζωου που ζει στην κοιλιά του αυστραλιανού τερμίτη.
Ο Τόμας λέει πως, ακόμη κι αν όλα τα εργαστήρια και οι υπερ-υπολογιστές επικέντρωναν το ενδιαφέρον τους σε αυτό τον απλό οργανισμό, πολύ σύντομα θα διαπιστώναμε ότι δεν θα μπορούσαμε ποτέ να μάθουμε αρκετά πράγματα γι’ αυτόν. Ό,τι μοιάζει υπερβολικά απλό, αποδεικνύεται όλο και πιο πολύπλοκο όσο περισσότερο εμβαθύνουμε στις λεπτομέρειές του, αν το απομονώσουμε ως οργανισμό από μια σειρά άλλων παρόμοιων.
Επειδή το χάος μάς λέει ότι τελικά όλα συνδέονται με τα πάντα, για να μπορέσουμε να αποκτήσουμε βαθιά γνώση του πρωτόζωου θα πρέπει πρώτα να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τη σχέση του με ολόκληρη την ιστορία της εξέλιξης και το σύνολο του δυναμικού του περιβάλλοντος.
Αυτό που ισχύει για το πρωτόζωο ισχύει και για μας. Για να μπορέσουμε να γνωρίσουμε καθ’ ολοκληρίαν τους εαυτούς μας, θα πρέπει να μπορούμε να καταλάβουμε ολόκληρο το Σύμπαν.
Στο μεταξύ, η φιλολογία της αυτοβοήθειας και της λαϊκής ψυχολογίας προσεγγίζει το θέμα πολύ απλοϊκά. Στηρίζεται βασικά στην άποψη ότι υπάρχει ένας ανεξάρτητος «εαυτός», που μπορεί να προσδιοριστεί, να αναλυθεί, να επαναπρογραμματιστεί και να βελτιωθεί.
Τι συμβαίνει, όμως, αν αναζητάμε πραγματικά αυτό τον εαυτό; Όσο περισσότερο προσπαθούμε να τον ανακαλύψουμε, τόσο ερχόμαστε σε επαφή με τις πολύπλοκες, μη γραμμικές διασυνδέσεις μας με εκείνο που βρίσκεται «έξω» από τον εαυτό.
Ο Βούδας αναρωτιέται αν το «εγώ» μας υπάρχει στις αισθήσεις μας, στο σχήμα του σώματος και του μυαλού μας, ή κάπου στην αλυσίδα του αιτίου και του αποτελέσματος, της δράσης και της αντίδρασης. Όσο πιο πολύ αναζητάς αυτό το «εγώ», αυτό τον απλό, βασικό εαυτό, τόσο εξαφανίζεται σαν ανεξάρτητη οντότητα και γίνεται μόνο ένας καθρέφτης που αντανακλά τον κόσμο.
***

F. David Peat, John Briggs – Μια αιρετική άποψη για το χάος στην καθημερινή μας ζωή . Εκδόσεις Τραυλός
Αντικλείδι , http://antikleidi.com

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις