Τι 1715 τι 2015…
Οι φόροι, η γαλλική επανάσταση και η Ελλάδα του σήμερα
Το 1714 ο Λουδοβίκος πίεζε τους
συμβούλους του να επινοήσουν καινούργιες μεθόδους περιστολής δαπανών και
αύξησης της φορολογίας προκειμένου να μην χρεοκοπήσει το κράτος.
Οι άνθρωποι εκείνοι, ωστόσο , καθώς και ο
Λουδοβίκος, αναγνώρισαν ότι δεν μπορούσαν να βρουν λύση εκτός αν, με
κάποιο θαύμα, έπειθαν τον κλήρο και την αριστοκρατία να εγκαταλείψουν τα
μεσαιωνικά προνόμια τους, που τους επέτρεπαν να διαφεύγουν από τη
φορολογία που λογικά τους αντιστοιχούσε.
Η πρώτη και η δεύτερη «τάξη»
Μια τέτοια προοπτική δεν φαινόταν
εφικτή. Το σύστημα των προνομίων ήταν κάτι που, τόσο η αριστοκρατία, όσο
και η εκκλησία, οι πρώτες δύο από τις τρεις «τάξεις» (etats), δεν θα
εγκατέλειπαν κατά κανένα τρόπο. Αυτή θα παρέμενε η πραγματικότητα, παρά
την κατακραυγή της τρίτης «τάξης», των «κοινών θνητών», εναντίον τους.
Αν και πολλοί ενοριακοί ιερείς ήταν τόσο φτωχοί, όσο και το ταπεινό τους
ποίμνιο, οι αρχιερείς, οι επίσκοποι, οι αρχιεπίσκοποι και οι
καρδινάλιοι της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας της Γαλλίας είχαν μεγάλα
εισοδήματα, όπως και ο ίδιος ο εκκλησιαστικός οργανισμός. Οι
εκκλησιαστικοί ηγέτες προσέφευγαν στο μεσαιωνικό δικαίωμα να αποφεύγουν
τους φόρους της ιδιοκτησίας τους, πληρώνοντας περιοδικά μια «εθελοντική
δωρεά» στο κράτος, πάντα πολύ μικρότερη από το ποσό που θα κατέβαλλαν
μέσω της άμεσης φορολογίας της εκκλησιαστικής περιουσίας.
Η δομή της φορολογίας
Η αριστοκρατία επίσης προστατευόταν
εθιμικά από την πληρωμή των φόρων που θα έπρεπε να της αναλογούν. Οι
φόροι στη Γαλλία ήταν δύο κυρίως ειδών, άμεσοι και έμμεσοι. Οι άμεσοι
φόροι περιλάμβαναν τη φορολογία της ακίνητης και γενικά της προσωπικής
περιουσίας (taille)· τον λεγόμενο «κεφαλικό» φόρο, τον φόρο δηλαδή που
πλήρωνε κάθε άνθρωπος ανεξάρτητα από το εισόδημά του· τέλος, το φόρο
εισοδήματος, που αρχικά έφτανε στο 5%, αλλά στον 18ο αιώνα έφτανε
συχνότερα στο 10 ή στο 11 %. Οι έμμεσοι φόροι, που προστίθεντο στην τιμή
των εμπορευμάτων και που πληρώνονταν από τον τελευταίο καταναλωτή,
περιλάμβαναν κυρίως τους δασμούς ειδών που εισάγονταν από το εξωτερικό,
καθώς και τα διόδια σε αγαθά που επιβάλλονταν κατά τη διακίνησή τους από
τη μια γαλλική επαρχία στην άλλη. Επιπλέον, ο φόρος του αλατιού
(gabelle) συνιστούσε μια μορφή έμμεσου φόρου. Για ένα διάστημα η
παραγωγή αλατιού ήταν κρατικό μονοπώλιο στη Γαλλία- κάθε άτομο, μάλιστα,
ήταν υποχρεωμένο να αγοράζει εφτά τουλάχιστον λίβρες (κάτι παραπάνω από
τρία κιλά) αλάτι το χρόνο από την κρατική αλατοβιομηχανία. Στο κόστος
του προϊόντος, προστίθετο ένας βαρύς φόρος, με αποτέλεσμα να πληρώνει
συχνά ο καταναλωτής πενήντα ή εξήντα φορές την αξία του αλατιού.
Τα φορολογικά βάρη
Παρόλο που ήταν υπερβολικά βαρείς, οι
έμμεσοι φόροι δεν ήταν κατά κανόνα άδικα κατανεμημένοι. Ήταν δύσκολο για
οποιονδήποτε, ανεξάρτητα από την κοινωνική του θέση, να αποφύγει την
πληρωμή τους. Κατά πολύ διαφορετική όμως ήταν η περίπτωση των άμεσων
φόρων. Ο κλήρος διέφευγε την πληρωμή τόσο του φόρου ακίνητης περιουσίας,
όσο και του φόρου εισοδήματος. Οι ευγενείς, ιδιαίτερα οι ανώτεροι,
έκαναν χρήση της επιρροής τους στον βασιλιά για να επιτύχουν απαλλαγή
από όλες ουσιαστικά τις φορολογικές επιβαρύνσεις. Ως αποτέλεσμα, το
κύριο έργο της χρηματοδότησης του κράτους έπεφτε στους ώμους των κοινών
ανθρώπων, των μελών της «τρίτης τάξης». Και εφόσον λίγοι από τους
τεχνίτες και εργαζομένους είχαν εισόδημα που μπορούσε να αποδώσει μεγάλο
φόρο, το κύριο βάρος έπεφτε στους αγρότες και στην αστική τάξη.
~ Aπό το βιβλίο «Ευρωπαική ιστορία – ο δυτικός πολιτισμός : Νεότεροι χρόνοι» Του E.M.Burns
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου