Παύλος Σιδηρόπουλος

Ένα (όχι και τόσο) παιδικό παραμύθι του Oscar Wilde με τίτλο "Ο Ευτυχισμένος Πρίγκηπας" περιγράφει την ιστορία ενός λαμπερού αγάλματος που σταδιακά προσφέρει όλα τα στολίδια του και μαραζώνει, προκειμένου να προσφέρει χαρά στους ανθρώπους. Δε νομίζω ότι είναι γνωστό πώς και με ποια αφορμή πρωτοσκέφτηκε κάποιος να βαφτίσει τον Σιδηρόπουλο «πρίγκηπα», αλλά στο δικό μου το μυαλό πάντα θα συνδέεται με την παραπάνω ιστορία. Γιατί ο Παύλος (με τέτοια οικειότητα τον φωνάζουμε όλοι, ακόμα κι όσοι δεν τον είδαμε ποτέ από κοντά) κάπως έτσι χάρισε τις καλύτερες στιγμές της ζωής του σε εμάς και πλήρωσε ένα πολύ σκληρό τίμημα για αυτό.

Έχοντας την τύχη να γνωρίσω πρόσωπο από το συγγενικό του περιβάλλον αλλά και στην προσπάθεια να παρακολουθήσω τις λεπτομέρειες της ζωής του, όλο και περισσότερο απομυθοποιώ τον «ροκά» Σιδηρόπουλο και τόσο πολύ περισσότερο αγαπάω το άτομο Παύλο. Υπήρξε, όπως έχει σκιαγραφηθεί στα δικά μου μάτια, ένα παιδί ατίθασο και αυθεντικό από την πρώτη του ενασχόληση με το ροκ μέχρι και το τέλος της ζωής του, ένας καλλιτέχνης με έμπνευση και ταλέντο, ένας πρωτοπόρος από αυθορμητισμό και όχι από επιτήδευση αλλά και ένας άνθρωπος γεμάτος αντιφάσεις και προβλήματα που δε μπορεί να αποτελεί πρότυπο καθολικά στις διαφορετικές πτυχές της ζωής του. Φυσικά αυτό το τελευταίο το είχε ουκ ολίγες φορές εκφράσει και ο ίδιος, προσπαθώντας να αποτρέψει τους νεότερους να σηκώσουν το σταυρό που και αυτός κουβαλούσε, μιλάω φυσικά για την ηρωίνη.

Ως η σημαντικότερη απώλεια του ελληνικού ροκ από τα ναρκωτικά, ο «μύθος» του Σιδηρόπουλου στην Ελλάδα χτίστηκε στα πρότυπα των ξένων καλλιτεχνών, ίσως μάλιστα κοντύτερα από όλους σε αυτόν του Jim Morrison. Δεν είναι δύσκολο το να φανταστεί κανείς το γιατί. Ομορφόπαιδα και οι δύο, επί σκηνής performer με διονυσιακές καταβολές, πεισματική άποψη για το ροκ και την Τέχνη γενικότερα και ποιητές στη στιχουργική τους, κατέληξαν αμφότεροι να λούζονται μετά θάνατον τις υπερβολές φίλων και εχθρών.

Έχουν γραφτεί τόσα βιβλία, έχει γυριστεί ταινία, έχουν γραφτεί τόσα αφιερώματα και έχουν ακουστεί τόσες απόψεις από κοντινούς του ανθρώπους, που εκτιμήσαμε ότι ένα ακόμα κείμενο που θα προσπαθεί να αναλύσει (και μάλιστα εκ του μακρόθεν) την προσωπικότητα ή την επιρροή του Σιδηρόπουλου στο ελληνικό ροκ θα ήταν τετριμμένο. Αντίθετα, στο συγκεκριμένο αφιέρωμα επιχειρούμε να μείνουμε σε αυτό που καμιά φορά ξεχνιέται ως παράπλευρο, τη μουσική του, εκφράζοντας μία, κατά το δυνατόν, ψύχραιμη άποψη.

Τα πρώιμα χρόνια

Παρότι είναι το λιγότερο διάσημο κομμάτι της δισκογραφίας του, είναι ταυτόχρονα και το πιο τολμηρό. Σε αυτές τις προσπάθειες προσπάθησε να πετύχει κάτι ταυτόχρονα σύγχρονο και παραδοσιακό, μπλέκοντας τους καθαρούς ελληνικούς ήχους με τη Δυτική εξέλιξη, όπως ήταν και η μόδα της εποχής (Σαββόπουλος, Κωχ, Poll κτλ.).

"O Κόσμος Τους / Ξέσπασμα" 1971 (ως Δάμων Και Φιντίας)
Με τον Παντελή Δεληγιαννίδη κάνει την πρώτη του εμφάνιση σε δισκάκι των 45 στροφών και υπό τις ευλογίες του περιβόητου Πατσιφά. Στο στυλ του folk rock που θυμίζει Crosby & Nash ή τον Young του "Harvest", καταφέρνουν να συνθέσουν δύο εξαιρετικά άμεσα τραγούδια. Ειδικά το "Ο Κόσμος Τους" με τη φυσαρμόνικα του να σκαρώνει μία κολλητική μελωδία είναι απόλυτα συνδεδεμένο με το τι συνέβαινε στην αμερικανική σκηνή ακριβώς τότε. Στην πραγματικότητα, πέρα από τους στίχους, κάποια κρουστά και την ερμηνεία, όλη τη δουλειά έχει αναλάβει ο Δεληγιαννίδης.

"Απογοήτευση / Ο Γέρο Μαθιός" (1971) (ως Δάμων Και Φιντίας)
Στο ίδιο στυλ ακολουθεί και το επόμενο ζεύγος τραγουδιών, που όμως κυκλοφόρησαν σε διαφορετική μορφή. Το πρώτο, ενταγμένο στο συλλεκτικό και ιστορικό live "Ζωντανοί Στο Κύτταρο", είναι συνέχεια της προηγούμενης κυκλοφορίας. Το δεύτερο, κυκλοφορώντας σε ξεχωριστό 45αράκι, είναι πιο πλούσιο σε ενορχήστρωση, με τα διάφορα κρουστά (κάποια από αυτά παιγμένα από τον Πουλικάκο) να δίνουν ένα τελείως διαφορετικό χρώμα και τον Σιδηρόπουλο να τολμάει πολύ περισσότερο φωνητικά.

"Ο Ντάμης Ο Σκληρός / Απογοήτευση" (1972) (με τα Μπουρμπούλια)
Το ντουέτο, συνοδευόμενο πλέον από τους εκλεκτούς μουσικούς που περιδιάβαιναν τη μουσική πιάτσα με το όνομα Μπουρμπούλια, ηχογραφεί και τη στουντιακή εκδοχή του "Απογοήτευση", αφαιρώντας το χίπικο ντέφι και προσθέτοντας ένα funky μπάσο. Η πραγματική αποκάλυψη είναι, όμως, το καλύτερο ίσως τραγούδι αυτής της περιόδου, που αποτελούσε και την πρώτη πλευρά αυτού του single. Πολιτικό ακόμα και μετά το κουτσούρεμα των στίχων υπό το φόβο της λογοκρισίας, αποκαλύπτει μία prog folk ενορχήστρωση σαν αυτή που έκανε τη "Μαύρη Θάλασσα" του Σαββόπουλου διάσημη. Ξεχωρίζει το κλαρίνο του Mike Frogg σε δημοτικά μονοπάτια.

Ο Σιδηρόπουλος είχε στο μυαλό του μία συνέχεια προς την κατεύθυνση αυτή, με αρκετά τραγούδια να έχουν γραφτεί και να δοκιμάζονται σε πρόβες. Αν αυτό συνέβαινε, και με βάση τα στοιχεία που έχουμε, πιθανότατα να είχαμε ακόμα έναν αριστουργηματικό δίσκο ανάμεσα στους, τελικά, λίγους που μας άφησε εκείνη η σκηνή. Η πορεία του όμως ήταν διαφορετική.

Βασική δισκογραφία

Παρά τις φιλοδοξίες με τα Μπουρμπούλια, η πραγματικότητα απομακρύνει τον Σιδηρόπουλο από το ροκ και τον φέρνει ερμηνευτή του Μαρκόπουλου. Επισήμως. Γιατί ανεπισήμως η φωτιά σιγόκαιγε και δημιουργούσε... Όταν το διάλειμμα έγινε κουραστικό, οι συνθήκες ευνοϊκότερες και βρέθηκε και το κατάλληλο συγκρότημα, προέκυψε το...

"Φλου" (1979) (με τους Σπυριδούλα)
Έχει χαρακτηριστεί επανειλημμένως από πολλούς και έχει μείνει το άλμπουμ αυτό ως ένα από τα καλύτερα και σαφώς το σημαντικότερο στην ιστορία του ελληνόφωνου (αν όχι ελληνικού εν γένει) ροκ. Και δεν είναι αξίωμα αυτό, αποδεικνύεται με σαφήνεια. Ο έτερος διεκδικητής του τίτλου, το "Μεταφοραί - Εκδρομαί" του Πουλικάκου, που κυκλοφόρησε τρία χρόνια πριν, μεγαλοπρεπές και καλλιτεχνικά πιο φιλόδοξο, στέκει λαμπερό, αλλά μοναχικό σα φάρος στη διαδρομή του ελληνικού ροκ, φαίνοντας να μην έχει ούτε προηγούμενο αλλά ούτε και επόμενο. Επίσης, λόγω των γνωστών αρτηριοσκληρώσεων της ελληνικής μουσικής βιοτεχνίας, κυκλοφόρησε όταν πλέον ο σφυγμός του ροκ είχε αλλάξει. Αντίθετα, το "Φλου" πατάει στην πιο αρχετυπική μορφή του, είναι το rock 'n' roll όπως ξεκίνησε από τα blues, όπως το έπαιξαν οι Rolling Stones, όπως το συνέχισαν οι Ramones, όπως το μετέτρεψε ο Lou Reed. Ταυτόχρονα όμως είναι και μοναδικά ελληνικό, έχει αυτή την ταυτότητα πάνω στην οποία θα πατήσουν μελλοντικά πόσα και πόσα συγκροτήματα, κοπιάροντας ή αναπτύσσοντάς την. Όλα τα τραγούδια πλέον είναι κλασικά, οπότε ας μου επιτραπεί να εστιάσω στο λιγότερο γνωστό από αυτά. "Οι Σοβαροί Κλόουν" αποτελούν μία αφηγηματική ερμηνεία του Παύλου πάνω σε καθαρά ποιητικούς στίχους, ορισμένους μάλιστα δανεισμένους, με το συγκρότημα να δημιουργεί μία δυσοίωνη και σκοτεινή ατμόσφαιρα. Διάδοχός της μόνο η "Ώρα Του Stuff", που λίγοι τότε μπορούσαν να μαντέψουν πόσο βιωματική ήταν. Ίσως μόνο η... "Κ.". Στο μέλλον οι αναφορές θα γίνουν πολύ πιο σαφείς.

"Ο Ασυμβίβαστος" (1979)
Οι καλλιτεχνικές ανησυχίες του Παύλου τον οδήγησαν και στον κινηματογράφο. Στην ταινία "Ο Ασυμβίβαστος" του Ανδρέα Θωμόπουλου ερμηνεύει πέντε τραγούδια σε σύνθεση του ίδιου του σκηνοθέτη. Αφελή και ρομαντικά, αλλά και ευχάριστα, όπως και η ταινία δηλαδή, θα αποτελούσαν μία ήσσονος σημασία στάση στη δισκογραφία του αν κάποιοι ραδιοφωνικοί παραγωγοί λίγο μετά το θάνατο του Παύλου δεν το ανακάλυπταν και αναδείκνυαν σε σουξεδάκι το πασίγνωστο πλέον "Να Μ' Αγαπάς". Πολύ πιο όμορφο είναι το "Κάποτε Θα 'ρθουν", σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη (που θα κυκλοφορήσει αργότερα και ως "Μη Με Προδώσεις" στους "Χαιρετισμούς" του ιδίου του συνθέτη, με ερμηνεύτρια τη Γαλάνη).

"Εν Λευκώ" (1982) (με τους Απροσάρμοστους)
Πολιτικές διαφωνίες (ή, για να το θέσουμε καλύτερα, διαφωνίες για το πόσο πολιτικό θα ήταν το συγκρότημα) αναγκάζουν τον Σιδηρόπουλο να αφήσει τους Σπυριδούλα και να αναζητήσει στη νεότερη γενιά μουσικών τη μελλοντική του μπάντα. Μετά από πολλές αλλαγές ηχογραφεί το "Εν Λευκώ" με ένα σύνολο νεαρών μουσικών, επιλεγμένων ειδικά για το σκοπό αυτό. Ουσιαστικά, με αυτό το δίσκο κλείνει η σημαντική μουσική προσφορά του Παύλου. Πέρα από αυτό, όμως, είναι και η τελευταία φορά που δείχνει να παλεύει με την κατάρα του και μάλιστα δημόσια. Από το σκληρό εξώφυλλο, που δεν κρύβει τίποτα, απεικονίζοντας τον ίδιο με όλα τα «σύνεργα» παρατεταγμένα γύρω του σε μία ζοφερή ζωγραφιά, μέχρι την ωμότητα των στίχων που δεν κρύβουν τίποτα, ο Σιδηρόπουλος δείχνει για τελευταία φορά στις ηχογραφήσεις του να προσπαθεί να βρει τις ισορροπίες του και να ξορκίσει τους δαίμονές του, κάνοντας τον εαυτό του παράδειγμα προς αποφυγή. Η μουσική ακολουθεί τη θεματολογία του δίσκου, με το περιθώριο να ντύνεται τις πιο αιχμηρές ενορχηστρώσεις. Ο δίσκος κλείνει με μία ταιριαστή ερωτική μελαγχολία, με τον τίτλο "Επειδή Χωρίσαμε Σαν Εραστές" - παρμένος από την ομώνυμη σύνθεση των Stevie Wonder/Jeff Beck. Το "Εν Λευκώ" αποτελεί ένα άλμπουμ που θέλει άντερα να βυθιστείς στην ουσία του και να χαθείς στα συναισθήματά του, να σεργιανίσεις σε έναν κόσμο και μία απόγνωση που οι περισσότεροι από εμάς δε μπορούμε ούτε να φανταστούμε και πολύ περισσότερο να καταλάβουμε.

"Zorba The Freak" (1985)
Πολλές φορές, και ακόμα και στη συνέντευξη που μας είχε παραχωρήσει, ο Δημήτρης Πουλικάκος, με μία δόση πικρίας, αναφέρει ότι ουσιαστικά έχει κυκλοφορήσει όλους κι όλους δύο «δικούς του» δίσκους. Θα διαφωνήσω. Αυτός εδώ είναι ο τρίτος δίσκος του Πουλικάκου, πολύ περισσότερο από ό,τι είναι ο τρίτος δίσκος του Σιδηρόπουλου. Εμπλεκόμενος στην παραγωγή κανονικά αυτή τη φορά (ήταν πάντα από κοντά και στους προηγούμενους δύο), οδηγεί τα πράγματα σε μια πιο ανάλαφρη και παρεΐστικη διάθεση. Βρίθει soul και blues αναφορών, ειρωνικών τραγουδιών και ιδιαίτερων μουσικών δομών, πολύ κοντινών σε αυτές του "Μεταφοραί - Εκδρομαί". Υπάρχει όμως και το πιο απλό, άμεσο και τελικά ίσως πιο επιτυχημένο τραγούδι του Παύλου, που δεν είναι άλλο από το "Rock 'n' Roll Στο Κρεβάτι". Το αποτέλεσμα κρίνεται ικανοποιητικό, μάλλον αταίριαστο με το ύφος του Σιδηρόπουλου μέχρι τότε και παράταιρο με τις μουσικές του επιδιώξεις, αλλά σίγουρα καλύτερο και πιο τολμηρό από τις περισσότερες τότε κυκλοφορίες σύγχρονών του μουσικών. Αποκαλύπτει, δε, και μία πιο ανάλαφρη πλευρά του που όσοι τον γνώρισαν από κοντά βεβαιώνουν ότι υπήρχε.

"Χωρίς Μακιγιάζ" (1989) (με τους Απροσάρμοστους)
Η, κατά κοινή ομολογία, εκρηκτική σκηνική παρουσία του συγκροτήματος οδηγεί στην ηχογράφηση ενός δίσκου που προσπάθησε, αλλά απέτυχε, να αποτυπώσει ακριβώς αυτό. Με ήχο επιπέδου bootleg και χάνοντας πολύ από το βάθος των εκτελέσεων, ουσιαστικά η κυκλοφορία αυτή παραμένει ως ιστορικό ντοκουμέντο που αποτυπώνει ένα ρεπερτόριο του Παύλου που δεν είχε δει το studio.

Μεταθανάτιες κυκλοφορίες

Η αποθέωση του Παύλου μετά θάνατον, δίκαιη όσο κι αν ήταν, δεν έχει σχέση με την περιθωριοποίηση που αντιμετώπιζε στα τελευταία χρόνια της ζωής του. Εκεί που πάλευε να εξασφαλίσει ένα δισκογραφικό συμβόλαιο, οι δισκογραφικές έφτασαν να προσπαθούν να ξετρυπώσουν κάθε κρυμμένη ή μη ηχογράφηση για να την πλασάρουν σε μία διψασμένη αγορά. Σταχυολογούμε όσες κρίνουμε σημαντικότερες.

"Άντε Και Καλή Τύχη Μάγκες" (1991) (με τους Απροσάρμοστους)
Μετά το "Χωρίς Μακιγιάζ" ο Σιδηρόπουλος αποκτά και πάλι προσβάσεις στις δισκογραφικές και ετοιμάζει αυτό που θα ήταν ο τέταρτος δίσκος του. Δηλώνοντας σε συνεντεύξεις ότι αυτός θα περιέχει δύο ρεμπέτικα σε ροκ μορφή, αφήνει το υλικό του στο συγκρότημα να το προβάρουν. Στις 6 Δεκεμβρίου του 1990 παίρνει την τελευταία του δόση. Τα σχέδιά του μένουν στον αέρα και το συγκρότημα, υπό τις πιέσεις και τις απειλές της δισκογραφικής ότι θα δώσει το υλικό σε άλλον τραγουδιστή, αποφασίζει, με ό,τι έχει, να ολοκληρώσει το δίσκο. Βρίσκουν πρόχειρες ηχογραφήσεις της φωνής του Παύλου σε 4 τραγούδια και τις εντάσσουν σε δικές τους ενορχηστρώσεις, ενώ για τα υπόλοιπα καλούν φίλους του να γεμίσουν τα φωνητικά. Το αποτέλεσμα είναι μάλλον απογοητευτικό. Δε μπορούμε να ξέρουμε τι θα προέκυπτε αν οι συνθέσεις δουλεύονταν κανονικά και τι κατεύθυνση θα τους είχε δώσει τελικά ο δημιουργός τους. Η αλήθεια είναι ότι ακόμα και καθαρά συνθετικά δε βρίσκεται στο επίπεδο των προηγούμενων δουλειών του. Όμως πολύ περισσότερο είναι οι ενορχηστρώσεις των Απροσάρμοστων (που, χωρίς το δάσκαλό τους, δείχνουν να χάνονται στους πλαστικούς και καλογυαλισμένους ήχους της εποχής) αυτές που δεν αφήνουν το άλμπουμ να είναι κάτι παραπάνω από ένα δείγμα του «τι θα μπορούσε να είναι». Ευτυχώς υπήρξαν καλύτερες αναμνήσεις από τον Σιδηρόπουλο στη συνέχεια.

"Τα Μπλουζ Του Πρίγκηπα" (1992)
Ίσως η πιο συγκινητική κυκλοφορία του Σιδηρόπουλου έρχεται από την τριετία 1979-81 και ας κυκλοφόρησε μετά θάνατον. Ως σχέδιο επί χάρτου ενός project που δεν έμελλε να ολοκληρωθεί για το συγκερασμό ρεμπέτικου, blues και rock, τα δώδεκα τραγούδια του άλμπουμ παρουσιάζουν τον ερμηνευτή με την κιθάρα του σε απλές, στεγνές εκτελέσεις δικών του συνθέσεων. Ουσιαστικά, πρόκειται για πρόχειρα demo πάνω στα οποία θα βασιζόταν μία κανονική μελλοντική κυκλοφορία. Υπό αυτή την έννοια, και δεδομένου του θανάτου του Παύλου, είναι ό,τι πιο προσωπικό και αυθεντικό (με την έννοια του πρωτόλειου) μπορεί κανείς να ακούσει από αυτόν. Αυτή όμως είναι η μισή αλήθεια. Η άλλη μισή λέει ότι τα τραγούδια δείχνουν μία βαθιά κατανόηση αλλά και σεβασμό του ρεμπέτικου τραγουδιού, μουσική και στιχουργική έμπνευση, ενώ αποτελούν, κατά την προσωπική μου άποψη, μαζί με το "Φλου" και το "Εν Λευκώ", τις σημαντικότερες παρακαταθήκες του «Πρίγκηπα».

"Εν Αρχή Ην Ο Λόγος" (1994)
Όπως αφήνει και ο τίτλος να εννοηθεί, στην κυκλοφορία αυτή λαμβάνει μεγάλο χρόνο η ανάγνωση κειμένων και μία συνέντευξη του Παύλου, καταλαμβάνοντας το 1/4 της συνολικής διάρκειας. Το υπόλοιπο καλύπτεται από ζωντανές ηχογραφήσεις με τη Σπυριδούλα και τους Απροσάρμοστους, κάποιες εκ των οποίων προέρχονται από (και έχουν την ίδια ποιότητα με) τη συναυλία που αποτυπώθηκε στο "Χωρίς Μακιγιάζ". Ως live δίσκος έδωσε μία νέα διάσταση στους ακροατές του και κυρίως εκείνη του παιχνιδίσματος με τις παλιότερες συνθέσεις και της νέας δυναμικής που αυτές αποκτούσαν. Ως ντοκουμέντο είναι εξαιρετικά γλαφυρό για τις σκέψεις και την προσωπικότητα του Σιδηρόπουλου ως καλλιτέχνη και στοχαστή, αν θέλετε. Το σύνολο όμως παραμένει αυστηρά για τους οπαδούς του.

"Welcome To The Show" (2009)
...η αλλιώς το αυτονόητο. Σχεδόν 20 χρόνια μετά το θάνατό του οι δύο συναυλίες του Παύλου που είχαν ηχογραφηθεί (η μία) και μαγνητοσκοπηθεί (η άλλη) και από τις οποίες προήλθε το υλικό τόσο για το "Χωρις Μακιγιάζ", όσο και για το "Εν Αρχή Ην Ο Λόγος", κυκλοφορούν ολόκληρες σε CD και DVD. Φυσικά δεν απαλλάσσονται από τις ασθένειές τους. Ο ήχος εξακολουθεί να είναι μέτριος, η εικόνα το ίδιο, ενώ και η μπάντα είναι κατώτερη της φήμης που την ακολουθούσε. Αλλά επιτέλους έχουμε ολοκληρωμένες δύο παραστάσεις του Παύλου, και μάλιστα η μία με εικόνα, ουσιαστικές ακυκλοφόρητες ηχογραφήσεις και ένα σημαντικό ντοκουμέντο για το ελληνικό ροκ γενικότερα, όπως θα έπρεπε να είναι.

Κλείνοντας, θα μεταφέρω τα λόγια του δημοσιογράφου Θανάση Αντωνίου σχετικά με το θάνατο του Παύλου Σιδηρόπουλου, που με εκφράζουν πλήρως.

Δυστυχώς για όλους μας, ο Παύλος δε θέλησε ποτέ να κρατήσει «απόσταση ασφαλείας» μεταξύ λόγου-μουσικής και προσωπικής ζωής. Ταυτίστηκε σε βαθμό απόλυτο με το «όνειρο» των ντραγκς και την ιδέα του ροκ εντ ρολ, με αποτέλεσμα η είδηση του θανάτου να μην είναι ένα σοκ, αλλά ένα μούδιασμα. Συχνά εύχομαι, τώρα που γνωρίζω τη λύση, να τα 'χε παρατήσει, να 'χε κουραστεί και σπάσει, να 'ταν τηλεπαρουσιαστής παιχνιδιών ή υπεύθυνος ροκ ρεπερτορίου σε μια πολυεθνική. Τουλάχιστον θα 'ταν ακόμη μαζί μας. Ελπίζω να 'ναι στον παράδεισο, γιατί μου φαίνεται ότι έφαγε τη ζωή του στην κόλαση.

Σημείωση: Το κείμενο αυτό προσπαθεί να συνοψίσει κάποιες προσωπικές γνώμες για το έργο του Σιδηρόπουλου. Για τα γεγονότα, αλλά και ένα τεράστιο αρχείο πληροφοριών, σας καλώ να ανατρέξετε στην επίσημη ιστοσελίδα με την επιμέλεια της οικογένειάς του, http://pavlos-sidiropoulos.gr, που αποτελεί ό,τι πιο πλήρες και εύχρηστο έχω δει για καλλιτέχνη τόσο του ελλαδικού χώρου, όσο και του εξωτερικού. Από τη σελίδα αυτή έχουν αναδημοσιευτεί και οι φωτογραφίες του άρθρου.

Κώστας Σακκαλής
http://www.rocking.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις