ΣΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ




Τον φαντάζομαι μέρες να ετοιμάζεται. Το άσπρο πουκάμισο. Το παντελόνι με την τσάκιση.

Κούρεμα φρέσκο, ξύρισμα την τελευταία στιγμή. Η κάθετη ρυτίδα της πίκρας στο στόμα έχει λίγο απαλύνει. Ένα γκριζομάλλικο κέλυφος στεγνό και κούφιο. Μόνος χρόνια τώρα.

Και νάτον στο χορό. Τα ασουλούπωτα γέρικα κορμιά έχουν κι αυτά ανάγκες, όπως και τα νεανικά, σφριγηλά σώματα. Με ένα λίκνισμα, όλος ο κόσμος φευγαλέα εξαφανίζεται. Με ένα τσάκισμα ξύνει όλη την απογοήτευση από τη ζωή του. Βραχνές κραυγές φουσκώνουν και πιέζουν το λαιμό του. Ξεχύνονται σε δάκρυα. Τα δάκρυα ενός άνδρα που ετοιμαζόταν να πεθάνει. Γιατί η μισή καρδιά δεν μπορεί να ζήσει χωρίς το άλλο της μισό.

Το μπουκάλι αναποδογυρισμένο. Μια τελευταία σταγόνα είχε πέσει κάτω. Αναστέναξε. Γονάτισε. Έσκυψε σαν να προσευχόταν. Και με τη γλώσσα μάζεψε την τελευταία σταγόνα.

 
 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις