Η ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΩΝ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΩΝ ΣΥΝΗΘΕΙΩΝ ΣΤΟΝ ΠΛΗΘΥΣΜΟ
Μια
νέα έρευνα αποκάλυψε αυτή την εβδομάδα τη διάβρωση επιτροπών του ΟΗΕ και
της Ε.Ε. από τα λόμπι κολοσσών της βιομηχανίας τροφίμων. Πολύ λιγότερα
γράφτηκαν για τη «διάβρωση» ελληνικών μέσων ενημέρωσης από τα ίδια
λόμπι.
Λίγα
χρόνια μετά την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, ο Κεμάλ Ατατούρκ έλαβε
μια απόφαση που άλλαξε για πάντα τις διατροφικές συνήθειες της
γειτονικής χώρας.
Με
σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων που ενίσχυαν συγκεκριμένους καλλιεργητές
και εμπόρους μετέτρεψε τους Τούρκους από δεινούς καφεπότες σε ένα έθνος
που προτιμούσε φανατικά το τσάι. Σήμερα η κίνησή του ίσως φαντάζει
απολυταρχική.
Ο
«πατέρας των Τούρκων» όμως εκτός από αυταρχικός ήταν και γνήσιος αστός
και όπως δεκάδες άλλοι πολιτικοί και επιχειρηματίες της τάξης του
γνώριζε ότι μπορεί να αλλάξει τις διατροφικές συνήθειες ενός ολόκληρου
λαού με βάση πολιτικά και οικονομικά κριτήρια.
Το
σημαντικότερο παράδειγμα που αναφέρουν συχνά ιστορικοί και διατροφολόγοι
ήταν η επιτυχία εταιρειών όπως η Kellog’s να επιβάλουν το ελαφρύ πρωινό
με δημητριακά, αρχικά στις ΗΠΑ και στη συνέχεια σε όλο τον κόσμο.
Πριν
από τη Βιομηχανική Επανάσταση, η σημασία του πρωινού ως του πιο
«σημαντικού γεύματος» το οποίο «δεν παχαίνει αλλά προσφέρει την ενέργεια
που χρειάζεται ο οργανισμός για όλη την ημέρα» ήταν άγνωστη.
Οι
αγρότες στις ΗΠΑ συνήθως έτρωγαν ό,τι είχε περισσέψει από την
προηγούμενη ημέρα – ένα σύστημα διατροφής που έπρεπε να αλλάξει όταν
μετατράπηκαν σε βιομηχανικούς εργάτες με διαφορετικά ωράρια και συνθήκες
εργασίας.
Ο
φανατικά θρησκευόμενος Χάρβεϊ Κέλογκ (που υποστήριζε, μεταξύ άλλων, ότι
οι νιφάδες καλαμποκιού μπορούν να σώσουν την ανθρωπότητα από το πρόβλημα
του… αυνανισμού!) κατάφερε να ηγηθεί επιχειρηματικά στη νέα εποχή με
έναν συνδυασμό επιθετικού μάρκετινγκ και φανατικής προσήλωσης σε αρχές
ενός ακραίου υγιεινισμού με χαρακτηριστικά θρησκευτικής σέκτας.
Έκτοτε
η επιβολή των διατροφικών συνηθειών στον πληθυσμό, η οποία έπρεπε να
έχει την έγκριση κρατικών υπηρεσιών υγείας, πέρασε στα λόμπι των
μεγαλύτερων πολυεθνικών της παγκόσμιας βιομηχανίας τροφίμων.
Αυτή
την εβδομάδα μάλιστα επιβεβαιώθηκε και επιστημονικά κάτι που όλοι
υποψιάζονταν εδώ και δεκαετίες: ότι το αμερικανικό λόμπι των εταιρειών
τροφίμων είχε διαβρώσει υπηρεσίες του ΟΗΕ και της Ε.Ε., τοποθετώντας
στελέχη του και επιλεγμένους επιστήμονες σε ειδικές επιτροπές που
έπαιρναν στρατηγικές αποφάσεις για την ασφάλεια των τροφίμων.
Ερευνητές
από τα Πανεπιστήμια της Οξφόρδης και του Μιλάνου εξέτασαν 17.000
σελίδες εγγράφων που αποδεικνύουν τον ρόλο που παίζει σε αυτή
τηδιαδικασία το Διεθνές Ινστιτούτο Επιστημών Ζωής (ILSI), ένα λόμπι με
έδρα την Ουάσινγκτον το οποίο ιδρύθηκε και χρηματοδοτείται από εταιρείες
τροφίμων και χημικών όπως η Coca Cola, η BASF, η Bayer, η DuPont, η
Syngenta, η McDonalds κ.ά.
Αυτό
που λιγότεροι παρατήρησαν ήταν ότι αρκετά από τα μηνύματα που προωθεί το
ILSI αναδημοσιεύονται σχεδόν χωρίς κανέναν έλεγχο από δεκάδες μέσα
ενημέρωσης και στην Ελλάδα.
Πριν
από δύο χρόνια, λόγου χάρη, βομβαρδιζόμασταν από «ρεπορτάζ» που έλεγαν
ότι «τέσσερα φλιτζάνια καφέ την ημέρα δεν βλάπτουν την υγεία».
Μοναδική πηγή των κειμένων (όταν αναφερόταν πηγή) ήταν οι «επιστήμονες
του ILSI». Καθόλου παράδοξο βέβαια αφού ένας από τους λόγους για τους
οποίους ιδρύθηκε το ILSI ήταν να απενοχοποιήσει την καφεΐνη που περιείχε
η Coca Cola – στοιχείο το οποίο η εταιρεία υποχρεώθηκε να αναγράφει
στις συσκευασίες της από τις αρχές της δεκαετίας του ’70.
Όπως
αναφέρει μάλιστα ο ερευνητής Μπαρτ Ελμορ, στο βιβλίο του «Citizen Coke:
The Making of Coca-Cola Capitalism» («Πολίτης Coke: η δημιουργία του
καπιταλισμού της Coca Cola»), ένα από τα πρώτα μεγάλα διεθνή συνέδρια
που διοργάνωσε το ILSI για να υπερασπιστεί την καφεΐνη πραγματοποιήθηκε
στην Ελλάδα το 1982.
Η
δεύτερη μεγάλη εκστρατεία στα ελληνικά ΜΜΕ, η οποία στηρίχθηκε σε
σημαντικό βαθμό σε πληροφορίες επιστημόνων του ILSI, ήταν η προώθηση των
λεγόμενων ολιγοθερμικών γλυκαντικών, τα οποία «συμπτωματικά»
χρησιμοποιούνται όλο και συχνότερα στα προϊόντα εταιρειών που
χρηματοδοτούν το ILSI.
Το
γεγονός βέβαια ότι το Διεθνές Ινστιτούτο Επιστημών Ζωής χρηματοδοτείται
από επιχειρηματικούς κολοσσούς που προωθούν συγκεκριμένα συμφέροντα
στους καταναλωτές αλλά και τους νομοθέτες της Ελλάδας και της Ευρώπης
δεν σημαίνει ότι δεν διεξάγει και πραγματικά χρήσιμες και επιστημονικά
άρτιες έρευνες.
Αυτές
άλλωστε προσφέρουν στο λόμπι το απαιτούμενο κύρος που του επιτρέπει να
παρεισφρέει σε επιτροπές διεθνών οργανισμών.
Ούτε μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι Ελληνες επιστήμονες που
συμμετέχουν στα συνέδριά του ή εργάζονται για λογαριασμό του εκτελούν
διατεταγμένη υπηρεσία προδίδοντας την επιστήμη τους και την εμπιστοσύνη
του κοινού.
Όπως
εξηγούσε όμως εδώ και χρόνια το Παρατηρητήριο της Ευρώπης των
Πολυεθνικών (CEO), η στοχευμένη χορήγηση κονδυλίων σε συγκεκριμένα
ερευνητικά προγράμματα που συμπίπτουν με τα συμφέροντα των εταιρειών
πίσω από το ILSI μπορεί να κατευθύνει την επιστημονική και πολιτική
συζήτηση σε ολόκληρο τον κόσμο.
Κάποιες φορές αυτή η παρέμβαση είναι τόσο αριστοτεχνικά κρυμμένη που δεν
γίνεται αντιληπτή ούτε από τους ίδιους τους επιστήμονες.
Άλλες
φορές είναι τόσο χοντροκομμένη που προκαλεί μόνο οργή. Όπως εκείνες οι
εκθέσεις του 2000 που προσπαθούσαν να πείσουν την αμερικανική κοινή
γνώμη ότι η παχυσαρκία δεν οφείλεται στη θερμιδική κατανάλωση (των
αναψυκτικών της Coca Cola ή των χάμπουργκερ των McDonald’s) αλλά στην
έλλειψη γυμναστικής. Όπερ μεθερμηνευόμενον, εμείς θα σε ταΐζουμε και εσύ
θα τρέχεις.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου