ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΑ ΠΑΛΙΑ
Πάμε πίσω 50 χρόνια. Αχ, και να γύριζαν τα χρόνια τα παλιά
Οι παιδικές αρρώστιες έκαναν θραύση. Κάθε τόσο κι ένας φίλος ή συμμαθητής.. Πάθαινε Ιλαρά, Κοκκύτη, άσε πια την ανεμοβλογιά, τους Μαγουλάδες, φόβος και τρόμος των αγοριών.
Μεταδοτικές ασθένειες της παιδικής ηλικίας και αντιμετώπιση
Είχαμε μαγκάλια με πυρήνα, σόμπες με κάρβουνο, ή οι πιο βολεμένοι θερμάστρες πετρελαίου. Που να βρεθεί
καλοριφέρ τότε.
Τηλέφωνο, στον πλούσιο γείτονα και του ‘χαμε πια δε ξέρω τι υποχρέωση, ή στο περίπτερο της γειτονιάς, που είχε κρεμασμένα με μανταλάκια τα περιοδικά μας. Μια δραχμή το τηλεφώνημα. Για το πάγιο έλεγε ο περιπτεράς, και τσάκωνε τη δραχμούλα.
Ποιός να φανταζόταν την εξέλιξη!! Κινητό: Το μεγαλύτερο όπλο καταστολής της νέας γενιάς
Ο Μικρός Ήρωας, το Ρομάντζο, το Πάνθεον, το Πρώτο. Η σοκολάτα ΙΟΝ αμυγδάλου του ταλίρου, οι καραμέλες τσάρλεστον, το αμφιβόλου μικροβιακής χλωρίδος σάμαλι, και το κάτασπρο μαντολάτο.
Τα αυθεντικά σουβλάκια με τα ντονέρ, το κοκκινοπίπερο και την ξεροψημένη πίτα. Οι κολώνες του πάγου κι ο παγοπώλης με το τρίκυκλο και το περίεργο γάντζο του.
Οι παπλωματάδες, οι καρεκλάδες οι γανωτήδες οι ακονιστές κι οι τσαγκάρηδες είχαν πολλή δουλειά.
Στη γωνιά μια ΕΒΓΑ που πούλαγε γάλα, γιαούρτια και παγωτά. Ο καφές στα καφενεία ήταν μόνο “τούρκικος” τότε στο ειδικό μπρίκι. Μερακλίδικος. Κι όλο τον νόθευε ο “Ταμπής” με κριθάρι. Η γλυκύτερη αναμονή το Καλοκαίρι ήταν ο παγωτατζής με το καρότσι με τις σιδερένιες ρόδες που το ‘σπρωχνε στο χωματόδρομο.
Τα Κεφτεδάκια, Τα Ντολμαδάκια, Στην Αμμουδιά, το Καλοκαίρι στα “μπάνια” Και το νερό που πίναμε πάντα χλιαρό. Και φρούτα, γιαρμάδες που σε κάθε δαγκωνιά τα ζουμιά έτρεχαν στο πηγούνι και το λαιμό. Και πεπόνια που μοσχομύριζαν. Και κεράσια μέλι. Και σταφύλια ολόγλυκα. Ψωμί, τυρί φέτα και καρπούζι για φαγητό. Η υπέρτατη γεύση.
Νερό απ’ το λάστιχο του κήπου, λουκουμάδες με ζάχαρη, κουλούρι και τριγωνάκι κεφαλοτύρι απ’ τον πλανόδιο κουλουρά έξω απ’ την εκκλησία, βρωμερές τυρόπιτες με τυρί όμως, και σάμαλι, κωκ, κορνέ με απίθανη σαντιγύ, και πάστες αμυγδάλου, νουγκατίνες σοκολατίνες και σεράνο απ’ την ΕΒΓΑ της γειτονιάς.
πού ήμασταν και πού φτάσαμε! Το νερό εισήχθη στο χρηματιστήριο ως εμπόρευμα
και Άλλο ανθότυρο και άλλο αθότυρο ή μυζήθρα-Τι χρησιμοποιείται στις τυρόπιτες
Βούτυρο αυθεντικό, πρόβειο μυρωδάτο πάνω στο μαύρο ψωμί και μαρμελάδες σπιτικές, γλυκά κουταλιού συκαλάκι, περγαμόντο, βύσσινο και πορτοκάλι, νερατζάκι, και φαγητά που δεν τα φτιάχνουν τώρα γιατί είναι κουραστικά.
Ροστ μπήφ, μελιτζάνες παπουτσάκια, ιμάμ, παστίτσια, μουσακάδες. Τρώγαμε τόνους κεφτέδες με πατάτες τηγανιτές αλλά ποτέ δεν είμασταν υπέρβαροι, γιατί γυρνάγαμε όλη μέρα στους δρόμους, και τις αλάνες παίζοντας.
Γιατί Παχυσαρκία: Δεν αφορά μόνο το ποια και πόση τροφή θα μπει στο σώμα μας
Μοιραζόμασταν με τους φίλους μας μια πορτοκαλάδα ή γκαζόζα απ’ το ίδιο μπουκάλι και ποτέ κανένας μας δεν έπαθε τίποτε.
Δεν πολυαρρωσταίναμε, αλλά αν τύχαινε να αρρωστήσουμε πάντα υπήρχε μια καλή μάνα ή γιαγιά να μας δώσει λίγο φιδέ, μαλλιά αγγέλου τα λέγανε και να μας ρίξει βεντούζες τι φόβος οι κοφτές, με ξυραφάκι και αίμα.
Η πανάρχαια θεραπεία με τις βεντούζες
Να μας δώσει μιαν ασπιρίνη διαλυμένη στο κουταλάκι μαζί με ζάχαρη, ή να μας κάνει μια ένεση με γυάλινη σύριγγα που τη βράζανε στο κατσαρολάκι. Και κάτι θερμόμετρα γυάλινα του πεντάλεπτου.
Όταν κάναμε ποδήλατο και στην πίσω ρόδα βάζαμε πάντα χαρτόνι από πακέτο τσιγάρα (σ.σ. εμείς τραπουλόχαρτο!), πιασμένο με ξύλινο μανταλάκι έτσι για να κάνει θόρυβο και να μας θυμίζει μηχανάκι. Φτιάχναμε πατίνια με ρουλεμάν και σανίδια και κατεβαίναμε τις κατηφόρες χωρίς φρένο.
Είχαμε φίλους. Βγαίναμε στο δρόμο και τους βρίσκαμε. Παίζαμε μπάλα και κυνηγητό στους δρόμους. Σκάβαμε λακουβάκια για να παίξουμε γκαζές, ακόμα και κουτσό μαζί με τα κορίτσια, χαρτάκια ή απ’ αυτά που αγοράζαμε απ’ τα περίπτερα ή με τα χαρτόνια απ’ τα πακέτα τα τσιγάρα. (σ.σ. παίζαμε και μήλα, και σχοινάκι, και “λαστιχάκι” και “πατώ” και “σκατούλια” ή εφτάπετρο και φυσικά κρυφτό!!)
Πηγαίναμε στα σπίτια των φίλων μας και χτυπούσαμε την πόρτα, ή το πιο συνηθισμένο μπαίναμε χωρίς να ρωτήσουμε.
Παίζαμε ξιφομαχίες με αυτοσχέδια ξύλινα σπαθιά. Τα ακόντια μας ήταν τα κοντάρια απ’ τις σκούπες ειδικά από εκείνες που τύλιγαν με μια μαξιλαροθήκη και ξαράχνιαζαν τα ταβάνια. Οι ασπίδες μας ήταν τα καπάκια απ’ τις μεγάλες κατσαρόλες. Ούτε μάτια βγάλαμε, ούτε τα σκουλήκια έζησαν για πολύ το στομάχι μας.
Κι όταν η γιαγιά πότιζε τον κήπο τι πλάκα να της πατάς το λάστιχο του ποτίσματος και να της κόβεις το νερό κι εκείνη να φωνάζει (σ.σ. εμείς ποτίζαμε με αυλάκι που περνούσε από όλη την πόλη και με “κόφτρες” φρόντιζε ο κάθε νοικοκύρης/νοικοκυρά να κατευθύνει το νερό στον δικό της κήπο!).
Κι ο πανικός ακόμα μεγαλύτερος όταν πιάναμε το φλίτ με το DDT για να παίξουμε ανίδεοι για το δηλητήριο που περιείχε. Στους ποδοσφαιρικούς μας αγώνες την ομάδα την έφτιαχναν μερικοί, οι υπόλοιποι μάθαιναν να ζουν χωρίς αρχηγιλίκι.
Εντομοκτόνο DDT: Ευλογία ή Κατάρα;
Φεύγαμε απ’ το σπίτι το πρωί και παίζαμε όλη μέρα ελεύθεροι αρκεί να γυρίζαμε πίσω μόλις άρχιζε να σκοτεινιάζει, ή όταν η μάνα μας έβαζε τις φωνές απ’ το μπαλκόνι να τσακιστούμε να ανεβούμε για διάβασμα.
Πηγαίναμε σχολείο και τα Σάββατα. Τρείς μέρες πρωί, τρείς μέρες απόγευμα. Τετάρτη απόγευμα, Πέμπτη πρωί και την πρώτη ώρα Μαθηματικά.
Πόσες φορές δεν αισθανθήκαμε το χέρι κάποιου καθηγητή να μας σηκώνει απ’ τη φαβορίτα ή να μας τραβάει τα αυτιά, ή να μας ρίχνει με τη βίτσα, συνήθως από μουριά να μας πληγώνει την παλάμη. Οι πράξεις μας ήταν δικές μας και οι συνέπειες θα βάρυναν εμάς.
Ποιος δε θυμάται τις καζούρες ιδιαίτερα στις Αγγλικούδες και τους Τεχνικούς.
Τα παρατσούκλια που τους βγάζαμε τα παλιόπαιδα Την αγωνία μόλις έμπαινε ο μαθηματικός κι άνοιγε τον κατάλογο. Για να σηκωθεί να μας πει μάθημα σήμερα ο… Και μέχρι να πεί τον μελλοθάνατο, κόμπος το στομάχι.
Θυμάστε τα πρόχειρα διαγωνίσματα την απεγνωσμένη προσπάθεια να αντιγράψουμε με το βιβλίο στα γόνατα, ή τα σκονάκια κρυμμένα στα μανίκια, ή τα κορίτσια που τά ‘γραφαν με στυλό BIC ή SCHNEIDER πάνω στα μπούτια τους και τα κάλυπταν με τις μπλέ ποδιές τους.
Μπλέ κοριτσίστικες ποδιές, άσπρο γιακαδάκι και άσπρη μπλέ κορδέλλα στα μαλλιά. Ποδιές που εξαφανιζόντουσαν στο λεωφορείο και χωνόντουσαν μες στις τσάντες και τα αγόρια που περίμεναν στο τέρμα του λεωφορείου.
Κάποιοι συμμαθητές όχι τόσο έξυπνοι ή επιμελείς έχαναν την τάξη και ξαναπήγαιναν στην ίδια. Οι μετεξεταστέοι κι οι στάσιμοι “στον τόπο”. Για θυμηθείτε πόσους διετείς είχατε στην τάξη σας στο γυμνάσιο.
Ο πρώτος μας έρωτας ήταν συνήθως αδελφή ή εξαδέλφη του καλύτερου φίλου μας.
Θυμόσαστε το χτυποκάρδι αλήθεια; Την αγωνία μη μας πάρουν χαμπάρι. Κι υστερα Το πρώτο δειλό, ερασιτεχνικό φιλί. Τα ξαναμμένα μάγουλα, το χνούδι πάνω απ’ τα χείλη.
Τα πάρτυ γενεθλίων με 15 αγόρια και δύο κορίτσια, Ποιος να αφήσει την κόρη του να πάει, με πορτοκαλάδα ή ΤΑΜ ΤΑΜ, σπιτικό κέϊκ κι αργότερα βερμούτ και ξηρούς καρπούς.
Τις άπειρες φορές που χορεύαμε το ίδιο μπλούζ σε συνεννόηση με τον υπεύθυνο του πικάπ, έτσι για να μένουμε πιο πολλή ώρα αγκαλιασμένοι με το κορίτσι των ονείρων μας.
Την απίστευτη φράση “τα φτιάξαμε”.
Υπήρχαν τέσσερις εποχές διακριτές μεταξύ τους. Τα φύλλα των δέντρων έπεφταν το Φθινόπωρο και τα μπουμπούκια των λουλουδιών άνθιζαν την Άνοιξη. Υπήρχαν δέντρα και κήποι στις αυλές των σπιτιών και πηγάδια και χώμα που μύριζε μετά το πότισμα. Οι πανσέδες; Τα σκυλάκια; Τα χρυσάνθεμα; Τις πλεχτές ζακέτες που βάζαμε κάπου μετά το Πάσχα.
Τα πρώτα μακριά παντελόνια. Τα καλοκαιρινά βράδια τα βγάζαμε ή στα σκαλιά παρέες παρέες, ή παίζοντας κρυφτό, ή στα καλοκαιρινά σινεμά με τα χαλίκια, τις καρέκλες με το πλαστικό σκοινί, τις μπουκαμβίλιες στη μάντρα, τον πασατέμπο και την πορτοκαλάδα.
Οι γενιές αυτές έβγαλαν μερικούς απ’ τους καλύτερους επιστήμονες, γιατρούς, μηχανικούς, ανθρώπους εργατικούς και τίμιους οικογενειάρχες και πολλούς άλλους.
Τα τελευταία πενήντα χρόνια έγινε έκρηξη σε καινοτομίες και νέες ιδέες. Είχαμε επιτυχίες, αποτυχίες και υπευθυνότητα και μάθαμε να τα αντιμετωπίζουμε όλα. Μεγαλώσαμε σαν παιδιά με τις χαρές και τις λύπες, μας. Ζήσαμε.
Και θα εξακολουθήσουμε να ζούμε όσο μας επιτρέψει ο καλός Θεός, σε πείσμα όλων αυτών που νομίζουν πως μπορούν να χαλάσουν τον καλό λογισμό μας. (σ.σ. ο Θεός ΔΕΝ επιτρέπει, ούτε απαγορεύει. Ο Θεός μόνον Αγαπά!).
Χαίρετε.Αχ, και να γύριζαν τα χρόνια τα παλιά
Πηγή: kosmaser.wordpress.com Αχ, και να γύριζαν τα χρόνια τα παλιά
“Τροφή-Φάρμακο”: Τώρα πως οι γενιές που μεγάλωσαν με όλα τα παραπάνω, έχουν καταντήσει να “φυλάνε” τα παιδιά τους έτσι που πλέον δεν ζουν, αλλά ασφυκτιούν και μαραζώνουν και γίνονται μαλθακά, ένας θεός το ξέρει και μάλλον η πολλή υπερ-προστασία Η υπερβολική προστασία και το «ναι» σε όλα δημιουργεί κακομαθημένα παιδιά–δυνάστες
Παιδιά γεμάτα υλικά δώρα, που όμως στερούνται των βασικών για μια υγιή παιδική ηλικία
Ανατροφή παιδιών: Η υψηλότερη λειτουργία της ζωής. Γιατί πάσχουμε σήμερα;
ΣΤΑΜΑΤΉΣΤΕ να τα “διευκολύνετε” τους κάνετε κακό άθελά σας: Παιδιά-Κάντε τους ένα δώρο ζωής: Αφήστε τα να ταλαιπωρηθούν
Όσα παιδιά μεγάλωσαν με στερήσεις έμαθαν να εκτιμούν
Προσωπικά αν και χαμογελώ με νοσταλγία διαβάζοντας τα παραπάνω και φέρνοντας τις εικόνες στο μυαλό μου, δεν θα ήθελα να γυρίσω πίσω. Θα προτιμούσα να είχαν διατηρηθεί ορισμένα όμορφα και τα είχαν συνδυαστεί με αρμονία με το σήμερα, χωρίς η τεχνολογία να έχει τόσο μεγάλη ανάπτυξη, εις βάρος μερικές φορές της ουσίας ή της Φύσης και των διαδικασιών της…
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου