ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ ΦΡΕΝΙΤΙΔΑ ΚΑΙ ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
Για άλλη μια φορά, γινόμαστε μάρτυρες μιας προαναγγελθείσας παγκόσμιας
παρωδίας, που ο ΟΗΕ ονομάζει «Διάσκεψη για το Κλίμα» (COP26). Σε ένα
πλανήτη που τα όρια του μοιάζει να έχουν ήδη ξεπεραστεί, οι κυβερνήσεις
όσων κρατών προσήλθαν (οι πρόεδροι Κίνας και Ρωσίας δεν συμμετείχαν)
διαπραγματεύτηκαν συμφωνίες που εκ των προτέρων γνωρίζουν ούτε
αποτελέσματα θα φέρουν, ούτε καν θα επιχειρήσουν να τηρηθούν. Όπως
συνέβη και με την προηγούμενη συμφωνία του Παρισιού το 2015. Είναι
κοινώς αποδεκτό ότι οι νέες δεσμεύσεις στο πλαίσιο της COP26
υπολείπονται μακράν των στόχων που απαιτούνται ώστε να συγκρατηθεί η
αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας.
Εδώ και πολλούς μήνες, παρακολουθούμε μια γενικευμένη συζήτηση για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και τους τρόπους ανάσχεσής της με πρωταγωνιστές εκπροσώπους κρατών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διακυβερνητικών οργανισμών και συσκέψεων κ.λπ. Χαρακτηριστικά της όλης «φιλολογίας» είναι η, κατ’ αποκλειστικότητα, εστίαση στο θέμα της ενέργειας και η αγωνιώδης προσπάθεια αναδιάταξης του ενεργειακού τοπίου, με κριτήρια καθαρά οικονομικά και επιχειρηματικά, κάτω από το μανδύα της «πράσινης» ανάπτυξης. Οι «λύσεις» ωστόσο που προτείνονται, είναι στην κατεύθυνση επιδείνωσης των προβλημάτων. Και αυτό γιατί η κλιματική κρίση χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την προώθηση πολιτικών και μέτρων με αποκλειστικό στόχο την μεγέθυνση των κερδών και την επένδυση συσσωρευμένων κεφαλαίων. Για αυτόν το λόγο η προώθηση των - αποκλειστικά ιδιωτικών και μεγάλης κλίμακας - εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης ΑΠΕ, έγινε σχεδόν μονοσήμαντος στόχος υπέρτερος κάθε άλλης περιβαλλοντικής προστασίας.
Η ανάγκη ανάσχεσης της οικολογικής και κλιματικής κρίσης είναι πρόδηλη. Εξίσου πρόδηλο όμως είναι ότι είναι αδύνατο να αντιμετωπιστεί χωρίς την ανατροπή της ολοένα και πιο επιταχυνόμενης εκμετάλλευσης της φύσης, της ολοένα και πιο διευρυνόμενης όξυνσης των ανισοτήτων, της ολοένα και πιο εντεινόμενης εμπορευματοποίησης κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών. Είναι αδύνατη η αναστροφή της πορείας αν δεν απαλλαγούμε από την καταστροφική ιδεολογία της συνεχούς ανάπτυξης, σε όποιο χρώμα και αν προσπαθούν να την πουλήσουν. Για την ακρίβεια όσο περισσότερο μιλάνε για πράσινη ανάπτυξη, τόσο περισσότερο μεγαλώνει η επιβάρυνση του περιβάλλοντος.
Οι λόγοι που οι παγκόσμιες διασκέψεις αποτυχαίνουν είναι απλοί:
Αυτοί που πλειοδοτούν σε «ενδιαφέρον» για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι αυτοί που, σε μεγάλο, βαθμό ευθύνονται γι’ αυτήν.
Το ενδιαφέρον εξαντλείται στα θέματα που αφορούν τον τομέα της ενέργειας, ενώ μένουν στο απυρόβλητο πολλές άλλες δραστηριότητες, που βιάζουν το περιβάλλον και, σε πολλές περιπτώσεις, επηρεάζουν ΚΑΙ το κλίμα.
Υπάρχει εξακολουθητική στήριξη των ορυκτών καυσίμων, κυρίως του φυσικού αερίου, από χώρες - μεγάλες καταναλώτριες ενέργειας.
Επανέρχονται με ένταση σενάρια για την επέκταση της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας.
Τα μοντέλα ανάπτυξης των ΑΠΕ αναπαράγουν, με άλλη μορφή, τα περιβαλλοντικά προβλήματα του ενεργειακού τομέα και αποδεικνύονται ανίσχυρα να επιτύχουν ακόμη και τους συμβατικούς – συστημικούς στόχους των εμπνευστών τους.
Επεκτείνεται και παγιώνεται το καθεστώς εμπορευματοποίησης και πλήρους ελέγχου του τομέα της ενέργειας από το κεφάλαιο, που αποτελεί βασική αιτία και της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης
Για παράδειγμα είναι πλέον διεθνώς αποδεκτό, ότι ο τρόπος με τον οποίο προωθείται η εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δημιουργεί ανυπολόγιστα περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα και εντείνει τις ανισότητες και την ενεργειακή φτώχεια. Αυτό αναγνωρίζεται τόσο από την Επιστημονική Διακυβερνητική επιτροπή του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή (IPCC) αλλά και από σειρά επιστημονικών μελετών και τοπικών κινημάτων που φουντώνουν όσο συνεχίζεται η επέλαση βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ.
Η ένταση της εξόρυξης των υλικών κατασκευής, η καταστροφή παραγωγικών τόπων, οικοσυστημάτων και τοπίων, οι υφαρπαγές γης και πόρων, οι επιπτώσεις στις τοπικές παραγωγικές δραστηριότητες, τα ατυχήματα, η πρόκληση δασικών πυρκαγιών, οι χωματερές των μη ανακυκλώσιμων υλικών και η τοξική ρύπανση, η αβεβαιότητα της αποξήλωσης όταν παλιώσουν είναι μόνο μερικές από τις συνέπειες. Έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που χρηματοδότησε το ΥΠΕΝ, εντόπισε ότι η εκτός ελέγχου και εκτός κάθε λογικής φρενήρης εγκατάσταση βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ στην Ελλάδα απειλεί όλα τα οικοσυστήματα και τη βιοποικιλότητα της χώρας με μη αντιστρεπτό τρόπο.
Ζούμε ένα νέο ελληνικό παράδοξο: να εκχερσώνεται όλη η χώρα και να καταστρέφεται το περιβάλλον, με το πρόσχημα της επίτευξης των κλιματικών στόχων. Την ίδια στιγμή, που το ένα τρίτο της επικράτειας παραχωρήθηκε με μακροχρόνιες συμβάσεις σε πετρελαϊκές για έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου, την ίδια στιγμή που η μετάβαση στην μετά λιγνίτη εποχή δεν αντικαθιστά το λιγνίτη με ενέργεια από ΑΠΕ αλλά από ένα άλλο ορυκτό καύσιμο, το εισαγόμενο και πανάκριβο φυσικό αέριο. Την ίδια στιγμή που το μόνο ασφαλές και ανεξάντλητο κοίτασμα, αυτό της εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια, τις μεταφορές και την παραγωγή, δεν προωθείται παρά στο περιθώριο πολιτικών που αποφεύγουν να απαντήσουν στο κεντρικό ερώτημα: Πως είναι δυνατόν να προστατευθεί το περιβάλλον και το κλίμα, όσο η ενέργεια παραμένει ένα χρηματιστηριακό προϊόν που η ζήτησή του αυξάνεται διαρκώς;
Κινήματα πολιτών που αγωνίζονται να σώσουν τους τόπους τους, γνωρίζουν καλά ότι η επίκληση της κλιματικής αλλαγής είναι προσχηματική από αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις. Την επικαλούνται στις πλημμύρες και τις πυρκαγιές ώστε να αποποιηθούν ευθύνες, την επικαλούνται για να διευκολύνουν με κάθε τρόπο την ιδιωτική κερδοφορία μέσω των ΑΠΕ και την ξεχνούν όταν υπογράφουν συμβάσεις για εξορύξεις και διακρατικούς αγωγούς καυσίμων, όταν παραχωρούν το Ελληνικό για να χτιστούν καζίνο και ουρανοξύστες, όταν παραδίδουν το αρχέγονο δάσος στις Σκουριές για εξόρυξη χρυσού, όταν εγκιβωτίζουν ποτάμια και ρέματα, χτίζουν βίλες στον Ερημίτη, κάνουν γκολφ και αεροδρόμια στην Κρήτη, προωθούν την καύση απορριμμάτων.
Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι διευρύνεται, στη χώρα μας και σε όλο τον κόσμο, το κομμάτι της κοινωνίας, ιδιαίτερα των νέων, που αρχίζει να ανησυχεί για τις συνέπειες της κλιματικής και της γενικότερης οικολογικής κρίσης και αναζητεί τρόπους να εκδηλώσει τη διάθεσή του να αγωνιστεί για την αντιμετώπισή της. Είναι, επίσης, σημαντικό ότι αρχίζει να συνειδητοποιείται ο συστημικός χαρακτήρας των αιτίων του προβλήματος.
Τα κινήματα που αναπτύσσονται σε αυτήν τη βάση συγκροτούν ένα πολύμορφο μωσαϊκό, με προτάγματα και προτεραιότητες που δεν ταυτίζονται αναγκαστικά. Ο πλούτος που κουβαλά η πολυμορφία τους λειτουργεί ενισχυτικά, παρότι δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να αποτρέπει πάντα πιθανές «παγίδες», όπως αυτές του εγκλωβισμού σε στόχους που καθορίζουν άλλοι, για λογαριασμό της κοινωνίας. Πρωτοβουλίες και δράσεις, για παράδειγμα, που εξαντλούν το διεκδικητικό τους πλαίσιο στην ποσοστολογία (δηλαδή, στο πως θα διαμορφωθεί το ενεργειακό μίγμα το 2030 ή το 2050) και στην απαίτηση από κράτη και κυβερνήσεις να φανούν συνεπείς με τις διακηρύξεις τους, κινδυνεύουν και να αποδειχτούν αναποτελεσματικές και να λειτουργήσουν ως εργαλείο νομιμοποίησης των επιλογών του συστημικού μπλοκ.
Το Πανελλαδικό Δίκτυο συλλογικοτήτων για την ενέργεια, που συντονίζει τη δράση σχημάτων και κινηματικών πρωτοβουλιών οι οποίες ξεπήδησαν μέσα από αγώνες με επίκεντρο συγκεκριμένες ενεργειακές δραστηριότητες, θεωρεί ότι οι δράσεις και οι πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης θα πρέπει:
Να βάλουν στο στόχαστρο το σύνολο των δραστηριοτήτων που τη δημιουργούν και τη συντηρούν.
Να επιβάλλουν στο δημόσιο διάλογο την κριτική αποτίμηση των παραγόντων που οδηγούν στη ραγδαία αύξηση της ζήτησης και κατανάλωσης ενέργειας -για χάρη της οποίας γίνονται οι όποιες αναδιαρθρώσεις- και να απαιτήσουν να έχει λόγο η κοινωνία.
Να αντισταθούν στην πλήρη εμπορευματοποίηση του τομέα της ενέργειας και στη μετατροπή της σε χρηματιστηριακό προϊόν.
Χαιρετίζουμε τις κινηματικές δράσεις που οργανώνονται και υποσχόμαστε να κάνουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για τη συγκεκριμενοποίηση των στόχων τους και για την ουσιαστική σύνδεσή τους με τους αγώνες που βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλη τη χώρα. Στηρίζουμε τις διαδηλώσεις ενάντια στις πολιτικές που εντείνουν την περιβαλλοντική καταστροφή και τις ανισότητες. Ενώνουμε τις φωνές μας για να διεκδικήσουμε τον κοινωνικό έλεγχο στην ενέργεια, την προστασία των δασών, των τοπίων και των οικοσυστημάτων, την επανοικειοποίηση των δημόσιων εκτάσεων, των κοινών αγαθών και πόρων.
Να σταματήσουμε την ενεργειακή φρενίτιδα και τη λεηλασία της φύσης.
Πηγή:kommon
Εδώ και πολλούς μήνες, παρακολουθούμε μια γενικευμένη συζήτηση για τα ζητήματα της κλιματικής αλλαγής και τους τρόπους ανάσχεσής της με πρωταγωνιστές εκπροσώπους κρατών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διακυβερνητικών οργανισμών και συσκέψεων κ.λπ. Χαρακτηριστικά της όλης «φιλολογίας» είναι η, κατ’ αποκλειστικότητα, εστίαση στο θέμα της ενέργειας και η αγωνιώδης προσπάθεια αναδιάταξης του ενεργειακού τοπίου, με κριτήρια καθαρά οικονομικά και επιχειρηματικά, κάτω από το μανδύα της «πράσινης» ανάπτυξης. Οι «λύσεις» ωστόσο που προτείνονται, είναι στην κατεύθυνση επιδείνωσης των προβλημάτων. Και αυτό γιατί η κλιματική κρίση χρησιμοποιείται ως εργαλείο για την προώθηση πολιτικών και μέτρων με αποκλειστικό στόχο την μεγέθυνση των κερδών και την επένδυση συσσωρευμένων κεφαλαίων. Για αυτόν το λόγο η προώθηση των - αποκλειστικά ιδιωτικών και μεγάλης κλίμακας - εγκαταστάσεων εκμετάλλευσης ΑΠΕ, έγινε σχεδόν μονοσήμαντος στόχος υπέρτερος κάθε άλλης περιβαλλοντικής προστασίας.
Η ανάγκη ανάσχεσης της οικολογικής και κλιματικής κρίσης είναι πρόδηλη. Εξίσου πρόδηλο όμως είναι ότι είναι αδύνατο να αντιμετωπιστεί χωρίς την ανατροπή της ολοένα και πιο επιταχυνόμενης εκμετάλλευσης της φύσης, της ολοένα και πιο διευρυνόμενης όξυνσης των ανισοτήτων, της ολοένα και πιο εντεινόμενης εμπορευματοποίησης κοινωνικών αγαθών και υπηρεσιών. Είναι αδύνατη η αναστροφή της πορείας αν δεν απαλλαγούμε από την καταστροφική ιδεολογία της συνεχούς ανάπτυξης, σε όποιο χρώμα και αν προσπαθούν να την πουλήσουν. Για την ακρίβεια όσο περισσότερο μιλάνε για πράσινη ανάπτυξη, τόσο περισσότερο μεγαλώνει η επιβάρυνση του περιβάλλοντος.
Οι λόγοι που οι παγκόσμιες διασκέψεις αποτυχαίνουν είναι απλοί:
Αυτοί που πλειοδοτούν σε «ενδιαφέρον» για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης είναι αυτοί που, σε μεγάλο, βαθμό ευθύνονται γι’ αυτήν.
Το ενδιαφέρον εξαντλείται στα θέματα που αφορούν τον τομέα της ενέργειας, ενώ μένουν στο απυρόβλητο πολλές άλλες δραστηριότητες, που βιάζουν το περιβάλλον και, σε πολλές περιπτώσεις, επηρεάζουν ΚΑΙ το κλίμα.
Υπάρχει εξακολουθητική στήριξη των ορυκτών καυσίμων, κυρίως του φυσικού αερίου, από χώρες - μεγάλες καταναλώτριες ενέργειας.
Επανέρχονται με ένταση σενάρια για την επέκταση της χρήσης της πυρηνικής ενέργειας.
Τα μοντέλα ανάπτυξης των ΑΠΕ αναπαράγουν, με άλλη μορφή, τα περιβαλλοντικά προβλήματα του ενεργειακού τομέα και αποδεικνύονται ανίσχυρα να επιτύχουν ακόμη και τους συμβατικούς – συστημικούς στόχους των εμπνευστών τους.
Επεκτείνεται και παγιώνεται το καθεστώς εμπορευματοποίησης και πλήρους ελέγχου του τομέα της ενέργειας από το κεφάλαιο, που αποτελεί βασική αιτία και της πρόσφατης ενεργειακής κρίσης
Για παράδειγμα είναι πλέον διεθνώς αποδεκτό, ότι ο τρόπος με τον οποίο προωθείται η εκμετάλλευση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, δημιουργεί ανυπολόγιστα περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα και εντείνει τις ανισότητες και την ενεργειακή φτώχεια. Αυτό αναγνωρίζεται τόσο από την Επιστημονική Διακυβερνητική επιτροπή του ΟΗΕ για την κλιματική αλλαγή (IPCC) αλλά και από σειρά επιστημονικών μελετών και τοπικών κινημάτων που φουντώνουν όσο συνεχίζεται η επέλαση βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ.
Η ένταση της εξόρυξης των υλικών κατασκευής, η καταστροφή παραγωγικών τόπων, οικοσυστημάτων και τοπίων, οι υφαρπαγές γης και πόρων, οι επιπτώσεις στις τοπικές παραγωγικές δραστηριότητες, τα ατυχήματα, η πρόκληση δασικών πυρκαγιών, οι χωματερές των μη ανακυκλώσιμων υλικών και η τοξική ρύπανση, η αβεβαιότητα της αποξήλωσης όταν παλιώσουν είναι μόνο μερικές από τις συνέπειες. Έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων που χρηματοδότησε το ΥΠΕΝ, εντόπισε ότι η εκτός ελέγχου και εκτός κάθε λογικής φρενήρης εγκατάσταση βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ στην Ελλάδα απειλεί όλα τα οικοσυστήματα και τη βιοποικιλότητα της χώρας με μη αντιστρεπτό τρόπο.
Ζούμε ένα νέο ελληνικό παράδοξο: να εκχερσώνεται όλη η χώρα και να καταστρέφεται το περιβάλλον, με το πρόσχημα της επίτευξης των κλιματικών στόχων. Την ίδια στιγμή, που το ένα τρίτο της επικράτειας παραχωρήθηκε με μακροχρόνιες συμβάσεις σε πετρελαϊκές για έρευνα και εξόρυξη πετρελαίου και φυσικού αερίου, την ίδια στιγμή που η μετάβαση στην μετά λιγνίτη εποχή δεν αντικαθιστά το λιγνίτη με ενέργεια από ΑΠΕ αλλά από ένα άλλο ορυκτό καύσιμο, το εισαγόμενο και πανάκριβο φυσικό αέριο. Την ίδια στιγμή που το μόνο ασφαλές και ανεξάντλητο κοίτασμα, αυτό της εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια, τις μεταφορές και την παραγωγή, δεν προωθείται παρά στο περιθώριο πολιτικών που αποφεύγουν να απαντήσουν στο κεντρικό ερώτημα: Πως είναι δυνατόν να προστατευθεί το περιβάλλον και το κλίμα, όσο η ενέργεια παραμένει ένα χρηματιστηριακό προϊόν που η ζήτησή του αυξάνεται διαρκώς;
Κινήματα πολιτών που αγωνίζονται να σώσουν τους τόπους τους, γνωρίζουν καλά ότι η επίκληση της κλιματικής αλλαγής είναι προσχηματική από αυτούς που παίρνουν τις αποφάσεις. Την επικαλούνται στις πλημμύρες και τις πυρκαγιές ώστε να αποποιηθούν ευθύνες, την επικαλούνται για να διευκολύνουν με κάθε τρόπο την ιδιωτική κερδοφορία μέσω των ΑΠΕ και την ξεχνούν όταν υπογράφουν συμβάσεις για εξορύξεις και διακρατικούς αγωγούς καυσίμων, όταν παραχωρούν το Ελληνικό για να χτιστούν καζίνο και ουρανοξύστες, όταν παραδίδουν το αρχέγονο δάσος στις Σκουριές για εξόρυξη χρυσού, όταν εγκιβωτίζουν ποτάμια και ρέματα, χτίζουν βίλες στον Ερημίτη, κάνουν γκολφ και αεροδρόμια στην Κρήτη, προωθούν την καύση απορριμμάτων.
Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι διευρύνεται, στη χώρα μας και σε όλο τον κόσμο, το κομμάτι της κοινωνίας, ιδιαίτερα των νέων, που αρχίζει να ανησυχεί για τις συνέπειες της κλιματικής και της γενικότερης οικολογικής κρίσης και αναζητεί τρόπους να εκδηλώσει τη διάθεσή του να αγωνιστεί για την αντιμετώπισή της. Είναι, επίσης, σημαντικό ότι αρχίζει να συνειδητοποιείται ο συστημικός χαρακτήρας των αιτίων του προβλήματος.
Τα κινήματα που αναπτύσσονται σε αυτήν τη βάση συγκροτούν ένα πολύμορφο μωσαϊκό, με προτάγματα και προτεραιότητες που δεν ταυτίζονται αναγκαστικά. Ο πλούτος που κουβαλά η πολυμορφία τους λειτουργεί ενισχυτικά, παρότι δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να αποτρέπει πάντα πιθανές «παγίδες», όπως αυτές του εγκλωβισμού σε στόχους που καθορίζουν άλλοι, για λογαριασμό της κοινωνίας. Πρωτοβουλίες και δράσεις, για παράδειγμα, που εξαντλούν το διεκδικητικό τους πλαίσιο στην ποσοστολογία (δηλαδή, στο πως θα διαμορφωθεί το ενεργειακό μίγμα το 2030 ή το 2050) και στην απαίτηση από κράτη και κυβερνήσεις να φανούν συνεπείς με τις διακηρύξεις τους, κινδυνεύουν και να αποδειχτούν αναποτελεσματικές και να λειτουργήσουν ως εργαλείο νομιμοποίησης των επιλογών του συστημικού μπλοκ.
Το Πανελλαδικό Δίκτυο συλλογικοτήτων για την ενέργεια, που συντονίζει τη δράση σχημάτων και κινηματικών πρωτοβουλιών οι οποίες ξεπήδησαν μέσα από αγώνες με επίκεντρο συγκεκριμένες ενεργειακές δραστηριότητες, θεωρεί ότι οι δράσεις και οι πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης θα πρέπει:
Να βάλουν στο στόχαστρο το σύνολο των δραστηριοτήτων που τη δημιουργούν και τη συντηρούν.
Να επιβάλλουν στο δημόσιο διάλογο την κριτική αποτίμηση των παραγόντων που οδηγούν στη ραγδαία αύξηση της ζήτησης και κατανάλωσης ενέργειας -για χάρη της οποίας γίνονται οι όποιες αναδιαρθρώσεις- και να απαιτήσουν να έχει λόγο η κοινωνία.
Να αντισταθούν στην πλήρη εμπορευματοποίηση του τομέα της ενέργειας και στη μετατροπή της σε χρηματιστηριακό προϊόν.
Χαιρετίζουμε τις κινηματικές δράσεις που οργανώνονται και υποσχόμαστε να κάνουμε κάθε δυνατή προσπάθεια για τη συγκεκριμενοποίηση των στόχων τους και για την ουσιαστική σύνδεσή τους με τους αγώνες που βρίσκονται σε εξέλιξη σε όλη τη χώρα. Στηρίζουμε τις διαδηλώσεις ενάντια στις πολιτικές που εντείνουν την περιβαλλοντική καταστροφή και τις ανισότητες. Ενώνουμε τις φωνές μας για να διεκδικήσουμε τον κοινωνικό έλεγχο στην ενέργεια, την προστασία των δασών, των τοπίων και των οικοσυστημάτων, την επανοικειοποίηση των δημόσιων εκτάσεων, των κοινών αγαθών και πόρων.
Να σταματήσουμε την ενεργειακή φρενίτιδα και τη λεηλασία της φύσης.
Πηγή:kommon
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου